Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2011

Η οικονομική σχολή του Σικάγου, οι θεωρίες του Μίλτον Φρίντμαν και το πειραματικό εργαστήριο Ελλάδα.









Αναδημοσίευση από    Ελευθεριακός κόσμος




«Μόνο μία κρίση-είτε είναι, είτε απλώς εκλαμβάνεται ως πραγματική-οδηγεί σε πραγματικές αλλαγές. Όταν ξεσπάει μια κρίση, οι δράσεις που αναπτύσσονται εξαρτώνται από τις περιρρέουσες ιδέες. Πιστεύω ότι αυτή πρέπει να είναι η βασική λειτουργία μας: να αναπτύσσουμε εναλλακτικές πολιτικές που θα αντικαταστήσουν τις υπάρχουσες, να τις διατηρούμε ζωντανές και διαθέσιμες έως ότου το πολιτικά αδύνατον καταστεί πολιτικά αναπόφευκτο.»
(Μίλτον Φρίντμαν «Καπιταλισμός και ελευθερία» University of Chicago press 1962)

Τη δεκαετία του 1950, το Οικονομικό Πανεπιστήμιο του Σικάγου, δεν θεωρούταν  μόνο ως μια πανεπιστημιακή σχολή, αλλά ως μια σχολή σκέψης .Ο σκοπός δεν ήταν μόνο η διδασκαλία των φοιτητών, αλλά η ισχυροποίηση της σχολής ώστε οι ιδέες της να πολεμήσουν τις ιδέες του οικονομολόγου Τζον Μέιναρντ Κέινς [1] που κυριαρχούσαν τότε με τη μικτή οικονομία, που εισήγαγε ο Κέϊνς μετά τη μεγάλη οικονομική κρίση του 1929.
 
Το 1947,ο Μίλτον Φρίντμαν και ο μέντορας  του, Αυστριακός καθηγητής Φρίντριχ φον  Χάγεκ, ίδρυσαν την εταιρεία του «Μον Πελερέν»,  μια λέσχη Οικονομολόγων της ελεύθερης αγοράς με ρητό στόχο την καταπολέμηση των ιδεών του Κέινς και του ρυθμισμένου καπιταλισμού. Το δημοφιλές βιβλίο του  Φρίντμαν στα 1962, το «Capitalism and Freedom», έγινε το βασικό εγχειρίδιο της παγκόσμιας ελεύθερης αγοράς και σ’αυτό στηρίχτηκαν τα οικονομικά προγράμματα όλων των νεοσυντηρητικών-νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων και δικτατοριών στον δυτικό κόσμο από το 1970 και μετά. Ειδικότερα  οπουδήποτε είχαν την εξουσία ακροδεξιές στρατιωτικές δικτατορίες  η παρουσία του πανεπιστημίου του Σικάγου και της σχολής του Φρίντμαν ήταν πανταχού παρούσα.

Η δικτατορία της ελεύθερης αγοράς
«Τα καλά πράγματα, όπως η δημοκρατία και η προσανατολισμένη στην ελεύθερη αγορά οικονομική πολιτική δεν συμβαδίζουν πάντα.»
(Στέφαν Χάγκαρντ πολιτικός επιστήμονας και μαθητής του Φρίντμαν)

Σύμφωνα με τη θεωρία του Φρίντμαν: Οι Κυβερνήσεις πρέπει να καταργούν όλους τους φορολογικούς και εργασιακούς κανόνες και ρυθμίσεις προς όφελος των ιδιωτικών επιχειρήσεων, χωρίς να επιχειρούν και να εγείρουν ζητήματα μονοπώλησης της αγοράς μέσα από κρατικές εταιρίες κοινής ωφελείας  (π.χ. ΔΕΗ, ΟΤΕ, ΕΥΔΑΠ) , δηλαδή  πρέπει να ιδιωτικοποιούν την δημόσια περιουσία.  Πρέπει να προβούν σε περικοπές κοινωνικών προγραμμάτων όπως π.χ. τα ταμεία ανεργίας και  τα κοινωνικά επιδόματα σε ασθενείς οικονομικά ομάδες του πληθυσμού. Οι τιμές και οι μισθοί να καθορίζονται μόνο από την αγορά και όχι μέσα από συνδικαλιστικό διάλογο και εγγυήσεις του κράτους για τη διαφύλαξη τους. Δεν πρέπει να υπάρχουν εγγυημένοι κατώτατοι μισθοί.
Επίσης πρέπει να ιδιωτικοποιηθεί η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, τα συνταξιοδοτικά ταμεία και η δωρεάν παιδεία. Ακόμα να ιδιωτικοποιηθούν τα Εθνικά πάρκα, ακόμη και τα δάση και οι παραλίες. Οτιδήποτε δηλαδή μπορεί να προσελκύσει επενδύσεις από ιδιωτικές εταιρίες με μοναδικό γνώμονα το κέρδος τους. Ειδικότερα η παιδεία, γα τον Φρίντμαν  και την έννοια του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος «βρομούσε» σοσιαλισμό. Η υπουργός παιδείας πάντως της Ελλάδας Άννα Διαμαντοπούλου δεν έχει σπουδάσει οικονομικά στο Σικάγο και τη κατάργηση της δωρεάν παιδείας στην Ελλάδα τη σκέφτηκε μόνη της., εξάλλου αυτή είναι σοσιαλίστρια.
 
Τέλος η γενικότερη άποψη του για το ρόλο του κράτους ήταν ότι αυτό πρέπει να περιορίζεται μόνο: «στην προστασία της ελευθερίας μας τόσο από τους εχθρούς εκτός των πυλών όσο και από τους συμπολίτες μας: στη διατήρηση του νόμου και της τάξης, στην επιβολή της εφαρμογής των ιδιωτικών συμφωνιών, στην προώθηση των ανταγωνιστικών αγορών». Με άλλα λόγια, το κράτος πρέπει μόνο να διατηρεί τη συντήρηση της αστυνομίας και του στρατού – οτιδήποτε άλλο, συμπεριλαμβανομένης της δωρεάν παιδείας, «είναι μια άδικη παρέμβαση εναντίον της ελεύθερης αγοράς» . Ούτε ο υπουργός προ.πο. Χρήστος Παπουτσής έχει σπουδάσει στο Σικάγο, αυτός ήταν και αγωνιστής σαν φοιτητής εναντίον της κρατικής καταστολής και του αυταρχικού κράτους της δεξιάς.

Ο Δόκτορας της καταστροφής
«Το να είσαι μαθητής του Φρίντμαν ήταν κάτι μαγικό!»
(Γκάρι Μπέκερ νομπελίστας οικονομολόγος της σχολής του Σικάγου)

Ο Φρίντμαν δεν ήταν απλώς ένας ιδιοφυής οικονομολόγος, ούτε ένας ακόμα ματαιόδοξος ακαδημαϊκός-ερευνητής, απ’ αυτούς που καβαλάνε το καλάμι πιστεύοντας ότι η επιστήμη αρχίζει και σταματάει σ’ αυτούς. Ήταν κάτι πολύ παραπάνω.
 Ήταν αποφασισμένος να κάνει κάτι που ουδείς οικονομολόγος πριν από αυτόν είχε σκεφτεί: να δει δηλαδή τη θεωρία του να εφαρμόζεται στην πράξη, υπό πραγματικές συνθήκες, πάνω σε πραγματικές κοινωνίες, πράγμα που κινώντας γη και ουρανό κατόρθωσε να το πετύχει. Και μάλιστα όχι σε μια κοινωνία, αλλά σε πολλές. Ο Φρίντμαν δεν ήταν ένας οποιοσδήποτε καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Σικάγου. Ήταν ένας γκουρού, ένας άγιος. Δεν είχε μαθητές, αλλά πιστούς. Φοιτητές έτρεχαν στα σεμινάρια να πάρουν κάτι απ’ την αγιοσύνη του και μετά, με το ζήλο των νεοφώτιστων σκορπίζονταν σε διάφορα μέρη του κόσμου να τη μεταλαμπαδεύσουν. Όχι βέβαια από μόνοι τους, μιας και για τον θεάρεστο αυτό σκοπό έσπευδαν να βοηθήσουν τόσο η CIA όσο και το ίδρυμα Φορντ, παρέχοντας αφειδώς υποτροφίες σε παιδιά απ’ τη Λατινική Αμερική και την Ασία λίγο αργότερα που ήθελαν να σπουδάσουν οικονομικά στο μέγα τέμενος του Σικάγου.
Στη δεκαετία του ’70, στη Λατινική Αμερική, όποια χούντα και να σήκωνες, θα έβρισκες από κάτω «τα παιδιά απ’ το Σικάγο», όπως τα ονόμαζαν, τοποθετημένα μάλιστα σε καίριες θέσεις: υπουργοί, υφυπουργοί, καθηγητές στα πανεπιστήμια κ.λ.π. Η πιο γνωστή συνεισφορά τους ήταν στον Πινοτσέτ στη Χιλή, αλλά θα τους «αδικούσαμε» αν δεν αναφερόμασταν και στις υπηρεσίες που προσέφεραν στις χούντες της Ουρουγουάης, της Αργεντινής, και της Βραζιλίας. Οι χούντες αυτές δεν εφάρμοσαν απλώς τα οικονομικά προγράμματα του Φρίντμαν, αλλά εγκαθιδρύθηκαν ακριβώς για το λόγο αυτό, για να τα εφαρμόσουν. Τα δε φριχτά βασανιστήρια, οι εξαφανίσεις και οι εκτελέσεις χιλιάδων ανθρώπων που αντιστέκονταν στην εξαθλίωση και τον τρόμο συνέβησαν για ένα και μόνο σκοπό. Για να μπορέσει μέσα από τη θεωρία του Φρίντμαν να λάμψει επιτέλους ο καπιταλισμός της καταστροφής ή όπως αρέσκονταν να τον λένε η «ελευθερία της αγοράς» σε όλο του το μεγαλείο. Χιλιάδες άνθρωποι εκτελέστηκαν, βασανίστηκαν και βρέθηκαν στη φυλακή προκειμένου οι τιμές των προϊόντων να είναι ελεύθερες!
Οι θεωρίες του Φρίντμαν του έδωσαν το Νόμπελ οικονομικών και στη Λατινική Αμερική έδωσαν τους δικτάτορες.
Για περισσότερες από τρεις δεκαετίες ο Φρίντμαν και οι παντοδύναμοι οπαδοί του τελειοποιούσαν αυτήν ακριβώς τη στρατηγική: την αναμονή κάποιας μείζονος κρίσης (πολιτικής ή οικονομικής) προκειμένου να εκποιήσουν τμήματα της δημόσιας σφαίρας σε ιδιώτες ενόσω οι πολίτες ήταν ακόμα ζαλισμένοι από το σοκ και να μονιμοποιήσουν στη συνέχεια τις «μεταρρυθμίσεις».

Το δόγμα του σόκ
«Τα πλήγματα πρέπει να επιφέρονται όλα ταυτόχρονα, ώστε, όντας λιγότερο αισθητά, να ενοχλούν λιγότερο.»
(Νικολό Μακιαβέλι «Ο Ηγεμόνας» 1513)

Μια ένοπλη σύρραξη ανάμεσα σε κράτη ή έθνη μας προκαλεί φρίκη. Όμως ο οικονομικός πόλεμος δεν είναι καλύτερος από μία ένοπλη σύρραξη. Είναι σαν μία χειρουργική επέμβαση. Ένας οικονομικός πόλεμος είναι ένα παρατεταμένο βασανιστήριο, και οι καταστροφές του δεν είναι λιγότερο τρομακτικές από αυτές που προκαλούνται από τον καθαυτού ένοπλο πόλεμο. Το «δόγμα του σοκ» είναι ένας τέτοιος πόλεμος και  είναι η μέθοδος που εφαρμόζουν οι αγορές για να επιβληθούν διεθνώς. Για να προελάσουν οι ελεύθερες αγορές, χρειάζεται κάποια κοινωνία να έχει υποστεί ένα δυνατό «σοκ», από μια φυσική καταστροφή (τσουνάμι στην Ασία, τυφώνας στη Νέα Ορλεάνη), από μια εναλλαγή εξουσίας (πτώση «κομμουνισμού» στην Ανατολική Ευρώπη ή το απαρτχάϊντ  στη Ν. Αφρική), μια χρηματιστηριακή κρίση, μια χρεοκοπία κράτους προ των πυλών (Αργεντινή 2001, Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία2011), έναν υπερπληθωρισμό (π.χ. της τάξεως του14.000%  όπως στη Βολιβία). Πριν η σοκαρισμένη κοινωνία προλάβει να συνειδητοποιήσει τι της έχει συμβεί και να σκεφτεί πώς να αντιμετωπίσει την κατάσταση, έρχονται οι «σωτήρες» να τη σώσουν.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο(ΔΝΤ), η Παγκόσμια Τράπεζα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου (ΠΟΕ), είναι οι τρεις βασικοί θεσμοί που προσπαθούν να επιβάλλουν ακαριαία τις αλλαγές που προωθούν οι ελεύθερες αγορές και στη δική μας περίπτωση οι «τρείς σωματοφύλακες» συμπληρώνονται και από τον «Ντ’Αρτανιάν» Ευρωπαϊκη Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Η δε τριπλή συνταγή δια στόματος Φρίντμαν, όπως έγραψα και πιο πάνω είναι οι ιδιωτικοποιήσεις κρατικών επιχειρήσεων ή αλλιώς αποκρατικοποιήσεις, περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες, δηλαδή σε μισθούς, συντάξεις, επιδόματα ανεργίας, υγειονομική περίθαλψη, κρατική απορύθμιση. Οι συνέπειες είναι οδυνηρές για τους λαούς της γης: αποδυνάμωση του δημόσιου χαρακτήρα των εθνικών κρατών τους και απώλεση κυριαρχικών δικαιωμάτων, μεταβίβαση του δημόσιου πλούτου τους σε μια δράκα ιδιωτών (πανίσχυρων επιχειρηματιών και πολιτικών με δυσδιάκριτες διαχωριστικές γραμμές μεταξύ τους), χάσμα ζάμπλουτων-πάμπτωχων με πλήρη εξαφάνιση της μεσαίας τάξης, θρησκευτικός φονταμενταλισμός, άνοδος ρατσιστικών εθνικιστικών και φασιστικών ιδεών, συρρίκνωση ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων του ανθρώπου, απεριόριστες δαπάνες για την ασφάλεια, διάχυση του φόβου και τρομοκρατίας στις κοινωνίες και σκληρή καταστολή σε όσους αντιστέκονται στο «σοκ».
Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει δικτάτορες στο παρελθόν, αλλά και «δημοκρατικούς» πολιτικούς σήμερα να μιλάνε με ιατρικούς όρους όταν θέλουν να περιγράψουν μια  άσχημη οικονομική ή πολιτική κατάσταση; Μην σας κάνει εντύπωση αυτό, κάνεις τους δεν ήθελε να γίνει γιατρός όταν μεγαλώσει. Η χρησιμοποίηση ανίατων ασθενειών όπως π.χ. του καρκίνου στον πολιτικό λόγο, ενθαρρύνει τη μοιρολατρία και αιτιολογεί τη λήψη αυστηρών έως απάνθρωπων μέτρων, ενώ ενισχύει σημαντικά τη διάδοση της ιδέας ότι η «ασθένεια» είναι αναγκαστικά μοιραία Η έννοια της ασθένειας δεν είναι ποτέ αθώα.

Η ψυχιατρική στην υπηρεσία της οικονομίας. Η χρησιμότητα του ηλεκτροσόκ.
«Το μυαλό τους μοιάζει με λευκή σελίδα πάνω στην οποία μπορούμε να γράψουμε ότι θέλουμε»
(Δρ. Σίριλ Κένεντυ και Δρ. Ντέιβιντ Άνσελ για τα πλεονεκτήματα της θεραπείας με ηλεκτροσόκ 1948)

Η μέθοδος του «σοκ» πρωτοεμφανίστηκε με τη μορφή του ηλεκτροσόκ για άτομα ψυχικά ασθενή, στη δεκαετία του 1950. Ο Γιούεν Κάμερον, καθηγητής ψυχιατρικής στο πανεπιστήμιο Μακγκίλ  των ΗΠΑ στη συνέχεια, χρηματοδοτούμενος από τη CIA εφάρμοσε τα ηλεκτροσόκ για τις έρευνες του πάνω στην πλύση εγκεφάλου. Ήταν η εποχή του Ψυχρού πολέμου και η CIA ήθελε να βρει τρόπους να ελέγχει τη σκέψη των αντιπάλων της κομμουνιστών, που συνελάμβανε, μέσα στα πλαίσια των ανακριτικών μεθόδων. Οι μέθοδοι όμως που εφάρμοζε ο Κάμερον ήταν καθαρά βασανιστήρια. Μάλιστα για του λόγου το αληθές, πολλά άτομα που υπέστησαν τη θεραπεία-σοκ του κατέθεσαν μήνυση αργότερα εναντίον του και τα δικαστήρια έκριναν ότι δικαιούνταν χρηματική αποζημίωση για όσα υπέστησαν, την οποία και έλαβαν.
Στόχος της θεραπείας-σοκ του Κάμερον ήταν να σβήσει από το μυαλό του ασθενούς κάθε μνήμη καθιστώντας το νου του «tabula raza», άγραφτο χαρτί, λευκή σελίδα κι εκεί πάνω να οικοδομήσει μια νέα προσωπικότητα. Για να το πετύχει αυτό χρησιμοποίησε τις εξής μεθόδους: Ηλεκτροσόκ, 2 την ημέρα επί 30 μέρες. Αποστέρηση των αισθήσεων, απομονώνοντας τους μέσα σε σκοτεινούς θαλάμους φορώντας τους αδιαφανή γυαλιά, ωτασπίδες και με δεμένα χέρια μέσα σε κουτιά για να μην αγγίζουν τίποτα. Χορήγηση ψυχοτρόπων ουσιών, πολύωρος ύπνος, 22ώρες το 24ωρο, συνεχώς αναμμένα φώτα σε δωμάτια χωρίς παράθυρα. Έτσι θα έσβηναν την αντίληψη του χώρου, χρόνου, της μνήμης από το μυαλό τους, θα κατέλυαν τις άμυνες τους και τη βούληση για αντίσταση και θα αποσπούσαν τη συναίνεση του και τη συνεργασία του, κατά την ανάκριση του.

Το πρώτο κράτος του σόκ
«Αν υιοθετήσετε τη προσέγγιση του σόκ ,πρέπει να ενεργήσετε σύντομα, πολλαπλά και ακαριαία.»
(Μίλτον Φρίντμαν σε επιστολή του προς τον στρατηγό Πινοτσέτ 21/4/1975)

Ο Φρίντμαν αν και ποτέ δεν το παραδέχτηκε επίσημα είδε στη μέθοδο του ηλεκτροσόκ και των βασανιστηρίων τον τρόπο που μπορούσε να εφαρμόσει την θεωρία του και το πρώτο πειραματικό εργαστήριο του άκουγε στο όνομα Χιλή. Στη δεκαετία του’50 και ’60 η θεωρία του δεν είχε ζήτηση, όταν όμως η κυβέρνηση των ΗΠΑ ανησύχησε από τις εθνικοποιήσεις των ορυχείων στη Χιλή, στις οποίες προέβη ο νεοεκλεγείς σοσιαλιστής  Πρόεδρος της, Αλιέντε, και φοβούμενη μήπως το μοντέλο αυτό αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση και σ’ άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, που βρισκόταν στο υπογάστριο των ΗΠΑ, αποφάσισε την ανατροπή του Αλιέντε και το μετασχηματισμό της οικονομίας της Χιλής. Απευθύνονται στον Φρίντμαν, ο οποίος τους συμβουλεύει ότι όλα πρέπει να γίνουν πολύ γρήγορα πριν ο κόσμος προλάβει να αντιδράσει. Ο λαός πρέπει να υποστεί πρώτα ένα δυνατό ψυχολογικό και σωματικό σόκ (ένα βίαιο πραξικόπημα που θα ανατρέψει τον εκλεγμένο πρόεδρο τους) κι αμέσως μετά, ένα δεύτερο οικονομικό σοκ με ιδιωτικοποιήσεις κρατικών εταιρειών, περικοπές μισθών και περίθαλψης. Μόνο έτσι μπορεί να περάσουν οι αλλαγές υπέρ της απελευθέρωσης  των αγορών. Ο Φρίντμαν με τις θεραπείες-σοκ, που προτείνει αναδεικνύεται ο δεύτερος δόκτορας του σοκ μετά τον ψυχίατρο Κάμερον, που ονειρεύεται να διαγράψει τα πάντα στην οικονομία και στη συλλογική συνείδηση, και κει πάνω στη «λευκή σελίδα» της να οικοδομηθεί μια νέα οικονομία και μια νέα κοινωνία!  Και αν όλα αυτά περί  «λευκών σελίδων» και «νέων κοινωνιών» σας θυμίζουν έναν άλλο παράφρονα από το παρελθόν με τετράγωνο μουστάκι , δεν κάνετε λάθος.
 
Μέσα σε 4 μέρες 3.200 άτομα εκτελέστηκαν 80.000 φυλακίστηκαν και 200.000 εγκατέλειψαν τη χώρα για πολιτικούς λόγους. Στα δυο μεγαλύτερα ποδοσφαιρικά γήπεδα της πρωτεύουσας συγκέντρωσαν 13.500 άτομα. Κουκουλοφόροι καταδότες περιφέρονταν στις κερκίδες υποδεικνύοντας τους υπονομευτές του νέου καθεστώτος, τους οποίους οδηγούσαν στα αποδυτήρια για να τους βασανίσουν και να τους εκτελέσουν. Ήταν ένα σωματικό και ψυχολογικό σοκ για τους Χιλιανούς, για να μπορέσουν στη συνέχεια τα «Παιδιά του Σικάγου» να εφαρμόσουν τη θεραπεία-οικονομικό σοκ και να επαναφέρουν τη Χιλή στο «σωστό» δρόμο των ελεύθερων αγορών, μακριά απ’ τα «μιάσματα». των κρατικοποιήσεων του εθνικού της πλούτου.
Η τριπλή συνταγή του Φρίντμαν τίθεται σε εφαρμογή.
Οι αλλαγές πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί μέσα σε ένα εξάμηνο, διότι μετά ο κόσμος θα αρχίσει να αντιδρά. Ιδιωτικοποιείται μεγάλο μέρος του εθνικού πλούτου της Χιλής, περικόπτονται κοινωνικές δαπάνες, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού οδηγείται στην εξαθλίωση. Δέκα χρόνια μετά, το 1982 η οικονομία της Χιλής κατέρρευσε παρά το διαφημιζόμενο «οικονομικό θαύμα», που είχαν δημιουργήσει οι ελεύθερες αγορές. Αιτία της κατάρρευσης ήταν οι λεγόμενοι  «πιράνχας», ιδιοκτήτες χρηματοοικονομικών εταιρειών που δρώντας ανεξέλεγκτα είχαν αγοράσει περιουσιακά στοιχεία της χώρας με δανεικά χρήματα, δημιουργώντας ένα τεράστιο χρέος 14δις δολάρια.
 
Μήπως όλα αυτά σας φαίνονται ίδια  με όσα γίνονται αυτή τη περίοδο στην Ελλάδα; Δεν απατάστε, η Ελλάδα είναι το πρώτο πειραματικό εργαστήριο των «παιδιών του Σικάγο» για τον 21ο αιώνα και ένα από τα πρώτα όπου οι θεωρίες του Φρίντμαν προσπαθούν να δοκιμαστούν  μέσα από εκλεγμένες δημοκρατικές κυβερνήσεις. Αν αυτές δε, φέρουν και το προσωνύμιο του σοσιαλισμού στο πρόγραμμα τους, τόσο το καλύτερο για την Οργουελική νέα γλώσσα που έχει επιβάλει η κυριαρχία.
Για την Ιστορία οι «θεραπείες του σοκ» μετά τις λατινοαμερικάνικες χούντες συνεχίστηκαν μετά την κατάρρευση του ανύπαρκτου σοσιαλισμού στην Ανατολική Ευρώπη, κυρίως στην Ρωσία και στην Πολωνία, στην Νότια Αφρική, στην Νοτιοανατολική Ασία μετά την κατάρρευση της λεγόμενης  οικονομικής «ασιατικής τίγρης», αλλά και στη «κομμουνιστική Κίνα» των πάμφθηνων προϊόντων και σχεδόν τσάμπα εργατικών χεριών. Όσο δε για τις πανίσχυρες ΗΠΑ το δόγμα του σοκ ήρθε ένα πρωινό της 11ης Σεπτεμβρίου 2001. Και ποία η ειρωνεία, την ίδια ακριβώς μέρα που 28 χρόνια πριν ο Πινοτσέτ ανέτρεπε στη Χιλή τον Αλίεντε!

Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας γεννήθηκε
«Μετά την 11η Σεπτεμβρίου θεωρώ ότι η συνετή χρήση βίας θα μπορούσε να έχει θεραπευτικά αποτελέσματα.»
(Ρίτσαρντ Κοέν, αρθρογράφος της Washington Post)


Έχουμε μπει στη νέα χιλιετία και στην πολιτική εξουσία των ΗΠΑ κυριαρχούν ο Μπους ο νεότερος, κι η παρέα του ο Ράμσφελντ κι ο Τσέϊνι. Η θεραπεία-σοκ εφαρμόζεται τώρα στις ΗΠΑ! Οι Δίδυμοι Πύργοι, που έδρευε το Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου δέχονται επίθεση από τρομοκράτες. Ήταν 11 Σεπτεμβρίου 2001. Ήταν ένα σοκ για την Αμερικανούς και για την παγκόσμια κοινή γνώμη. Η αμερικάνικη οικονομία βρίσκεται σε ύφεση κι ανακαλύπτεται μια καινούργια κερδοφόρος αγορά, αυτή της βιομηχανίας των προϊόντων ασφάλειας, των προηγμένων τεχνολογικών συστημάτων (κάμερες, βιομετρικές ταυτότητες, εικονικά τείχη) που θα προστατεύουν από τον εχθρό. Κι ο εχθρός «κατασκευάζεται» είναι ο τρομοκράτης.
Ο τρομοκράτης δεν είναι ο τύπος του εχθρού, όπου τον ξέρουμε, κι από τον οποίο προσπαθούμε να προφυλαχτούμε. Ο τρομοκράτης είναι ο άγνωστος εχθρός ο οποίος μέσα από το στόμα του ίδιου του Μπούς: «μπορεί να χτυπήσει οπουδήποτε». Η διαιώνιση του φόβου μέσα στην κοινωνία είναι απαραίτητη για να μπορεί να δουλεύει η βιομηχανία της ασφάλειας, και τα άτομα συχνά προκαλούνται να καταδίδουν  συμπολίτες τους ως τρομοκράτες, όταν μάλιστα αμείβονται γι αυτό! Αποτέλεσμα για την κοινωνία: αλλάζουν κι οι αξίες του πολιτισμού της! Και αν όλα αυτά σας θυμίζουν τις παραινέσεις της Ελληνικής αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας για άντληση πληροφοριών σχετικά με τους εγχώριους «τρομοκράτες» ακόμη και ανώνυμα, ο παρασημοφορημένος πρώην υπουργός προ.πο. ο Μιχαλάκης ο Χρυσοχοϊδης δεν φταίει σε τίποτα και όλα είναι μια σατανική σύμπτωση!
Καταλυτικό ρόλο σ’ αυτή τη Νέα Οικονομία της καταστροφής έπαιξαν ο Υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Ράμσφελντ κι ο αντιπρόεδρος Τσέϊνι Ο Ράμσφελντ θαυμαστής του Φρίντμαν από τον καιρό που φοιτούσε στη Σχολή του Σικάγου, είχε διατελέσει αξιωματούχος επί κυβερνήσεων Νίξον και Φορντ και τα τελευταία 20 χρόνια ήταν μέλος ή επικεφαλής των διοικητικών συμβουλίων πολυεθνικών εταιρειών, όπως αυτών που παρασκεύαζαν την ασπαρτάμη ή το φάρμακο Tamiflu για τη γρίπη των πτηνών, ασθένεια που είχε τρομοκρατήσει τον πλανήτη ή φάρμακα για το AIDS. Ο Ράμσφελντ έβλεπε μια τεράστια αγορά να αναπτύσσεται στην προοπτική ενός δυσοίωνος μέλλοντος γύρω από τις επιδημίες, ενώ ο Τσέϊνι στην προοπτική ενός δυσοίωνου μέλλοντος με πολέμους. Ο Τσέϊνι και η σύζυγος του Λιν ήταν ένα πανίσχυρο ζευγάρι που οικοδόμησαν την τεράστια περιουσία τους ποντάροντας ο ένας στους πολέμους που διεξήγαγαν οι ΗΠΑ στο εξωτερικό μέσα από τις δραστηριότητες της εταιρείας του Halliburton (που ανέλαβε την ανοικοδόμηση του Ιράκ), ενώ η σύζυγος βοηθώντας την Lockheed (πολεμική αεροπορική βιομηχανία) στην ηλεκτρονική συλλογή δεδομένων για να αναλάβει τη διεύθυνση των κρατικών υπηρεσιών των ΗΠΑ.

Η Ελλάδα του ΠΑ-ΣΟΚ
«Η Ελλάδα θυσιάστηκε για να σωθεί η ευρωζώνη. Και για να γίνει, σας εκπαιδεύουν να αισθάνεστε ένοχοι γι΄ αυτό που είστε. Έχουν ήδη διαγνώσει ότι είστε άρρωστοι»
(Ναόμι Κλάιν δημοσιογράφος σε πρόσφατη συνέντευξη της σε ελληνικό μέσο)

Είναι γνωστό ότι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και ο πρωθυπουργός Γ.Α.Π. είναι αντιεξουσιαστές (όπως είχε δηλώσει όταν ανέλαβε την εξουσία). Δεν γνωρίζαμε όμως ότι το έλεγε σοβαρά. Η απόδειξη όμως ήρθε στις 11/7/11 όταν διάβασα σε άρθρο του Γ.Βότση στην «Ελευθεροτυπία» ότι  μήνες πριν τον τελευταίο ανασχηματισμό σε συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, όλοι οι υπουργοί βρήκαν μπροστά τους φωτοτυπημένο το εξώφυλλο του βιβλίου της Ναόμι Κλάιν «το δόγμα του σοκ» και άκουσαν την πρωθυπουργική παρότρυνση, να το μελετήσουν προσεκτικά γιατί είναι «εξαιρετικά ενδιαφέρον». Όντως το βιβλίο είναι ένα από τα καλύτερα βιβλία που έχουν γραφτεί για τη θεωρία του Φρίντμαν και πως αυτή έγινε πράξη σε πολλές χώρες του πλανήτη με τα γνωστά καταστρεπτικά αποτελέσματα για τους λαούς τους.
Από τα ως τώρα έργα της κυβέρνησης στη fast track φτωχοποίηση του λαού οι υπουργοί αποδείχτηκαν πολύ καλοί αναγνώστες. Καλύτερος όλων φυσικά ο αντιπρόεδρος και γνωστό παχύδερμο Θ.Πάγκαλος  ο οποίος με το γνωστό «μαζί τα φάγαμε»  ακολούθησε κατά  γράμμα τις εντολές των «παιδιών του Σικάγο» και  προσπάθησε να δημιουργήσει ενοχές στον ελληνικό λαό για τη κατάρρευση της οικονομίας, απενοχοποιόντας την οικονομική και πολιτική  ελίτ του τόπου από τις ευθύνες της και  φορτώνοντας τες αποκλειστικά στις πλάτες των μισθωτών και συνταξιούχων. Η πραγματικότητα όμως μας δείχνει άλλα. Τα περισσότερα χρήματα της διάσωσης δόθηκαν στις τράπεζες  συνεχίζοντας να κερδίζουν χρήματα ενώ το κράτος μπήκε εγγυητής των χρεών τους. Στη πραγματικότητα, αυτό που έγινε ήταν μία ξεκάθαρη ληστεία του λαού προκειμένου να σωθεί το τραπεζικό λόμπι. Σε κάθε χώρα όπου εφαρμόστηκαν οι πολιτικές της «Σχολής του Σικάγου» τα τελευταία τριάντα χρόνια αυτό που προέκυψε ήταν μια κρατική συμμαχία ανάμεσα σε μια δράκα πανίσχυρων εταιρειών και σε μια τάξη πλουσίων πολιτικών, με τις διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στις δύο ομάδες να είναι εξαιρετικά δυσδιάκριτες και διαρκώς μετακινούμενες. Αυτό ήταν το πρώτο σοκ που δέχθηκαν οι πληθυσμοί των περιοχών αυτών. Δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι τους πρόδωσαν και έλεγαν ψέματα οι δικές τους κυβερνήσεις.
Το δεύτερο σοκ (όπως αποδείχθηκε το 2006) και  το σχέδιο του νεοφιλελευθερισμού δεν ήταν ούτε των κυβερνήσεων, ούτε καν του ΔΝΤ. Ολόκληρο το πρόγραμμα της θεραπείας-σοκ που επιβλήθηκε ως  τις αρχές του 1990, απλά εκπονήθηκε κρυφά από τις JP Morgan και τη Citibank τους δύο μεγάλους ιδιώτες πιστωτές. Είχαν  δηλαδή  επιβάλει  ένα  ειδικό  και  οδυνηρό  πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, χωρίς καν να πυροδοτήσουν μια εθνική εξέγερση. Πώς τα κατάφεραν; Χρόνια μετά ο Καβάγιο, ο πρωτεργάτης της θεραπείας σοκ στην Αργεντινή θα  έδινε  ο  ίδιος  την  εξήγηση:  Οι  περίοδοι  μεγάλων  προβλημάτων (υπερπληθωρισμός στις συγκεκριμένες χώρες, το χρέος σήμερα για μας) είναι τρομακτικές για τους ανθρώπους.
Δημιουργείται πανικός, φόβος, αβεβαιότητα για το αύριο. Γι’ αυτό το λόγο ζητούν από την κυβέρνηση (την οποία μάλιστα αρχικά εμπιστεύονται) να κάνει κάτι γρήγορα. Αν η κυβέρνηση παρουσιάσει κάποιο  πρόγραμμα  (και  δεν  υπάρχει  άλλη  πρόταση  πειστική  από  άλλα κόμματα) ο πληθυσμός είναι κατ΄ αρχάς έτοιμος να αποδεχθεί δραστικές αλλαγές προκειμένου να εξαλειφθεί το έντονο πρόβλημα της στιγμής, περιμένοντας ότι θα επανέλθει η φυσιολογική κατάσταση των πραγμάτων. Εκείνο δηλαδή που χρησιμοποίησαν οι ηγέτες της περιόδου ήταν μια ψυχολογική  παρά  οικονομική  τεχνική.  Όπως  πολύ  καλά  κατάλαβαν  οι βετεράνοι της ιδιωτικοποίησης οι άνθρωποι είναι πρόθυμοι σε περιόδους κρίσης  –είτε  αυτή  αφορά  την  κατάρρευση  της  οικονομίας  είτε  μια τρομοκρατική  επίθεση  είτε  ένα  φυσικό  φαινόμενο  καταστροφής–  να εκχωρήσουν ένα πολύ μεγάλο μέρος της εξουσίας σε όποιον διατείνεται ότι διαθέτει μια μαγική θεραπεία. Με αυτό τον τρόπο δηλ. υπό την επίδραση του σοκ,  με υποσχέσεις για προσωρινές θυσίες που θα τις διαδέχονταν μελλοντικές καλύτερες μέρες  και ψέματα, κατάφερε η σταυροφορία που είχε ξεκινήσει ο Φρίντμαν να επιβιώσει κατά την διάρκεια της μετάβασης στη δημοκρατία, να επεκταθεί σε άλλες χώρες και να φθάσει και σε μας σήμερα. Και ω! τι έκπληξη! Θα ξαναβρούμε τον Καβάγιο (αυτόν τον αστέρα της οικονομικής καταστροφής) στις μέρες μας να στεγάζεται σαν οικονομικός σύμβουλος, του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου, στην «ομάδα των 30» μια διεθνή συμβουλευτική επιτροπή για  τραπεζικά θέματα.

Η ΕΛ.ΑΣ. διαβάζει Φρίντμαν
«Ανώτατος άρχοντας είναι αυτός που αποφασίζει πότε υπάρχει κατάσταση έκτακτης ανάγκης»
(Καρλ Σμιτ ναζιστής νομικός 1936)

Δεν υπάρχει ανθρώπινος τρόπος να κυβερνώνται οι άνθρωποι χωρίς τη θέληση τους. Όπως δεν υπάρχει ήπιος κι ευγενικός τρόπος να θέσεις μια χώρα υπό κατοχή παρά τη θέληση των κατοίκων της, έτσι δεν υπάρχει και ειρηνικός τρόπος να στερήσεις από εκατομμύρια ανθρώπους όσα χρειάζονται για να ζουν με αξιοπρέπεια. Η ληστεία, είτε μιας έκτασης γης, είτε ενός τρόπου ζωής, απαιτεί άσκηση βίας, ή τουλάχιστον την πειστική απειλή ότι θα ασκηθεί βία. Κατά  αυτή την έννοια οι οικονομικές κρίσεις είναι ταυτόχρονα και περίοδοι αναστολής της δημοκρατίας κατά τη διάρκεια των οποίων δεν υφίσταται η ανάγκη για συγκατάθεση και συναίνεση του λαού.
Στις 29 Ιουνίου  ψηφίστηκε στη Βουλή το Μεσοπρόθεσμο το οποίο ήρθε να σφραγίσει στην Ελλάδα το δόγμα που εμπνεύστηκε ο Φρίντμαν και η παρέα του. Η ψήφιση συνοδεύτηκε από την πρωτοφανή αστυνομική βία στους ειρηνικούς διαδηλωτές, από τη γενικευμένη επίθεση δυνάμεων καταστολής. Ένα 48ωρο χημικών που έκοψε την ανάσα στο κέντρο της πόλης και προκάλεσε σοκ και δέος. Τα βίντεο και οι φωτογραφίες  που κυκλοφορούν στο Διαδίκτυο είναι ενδεικτικά , Οι εικόνες των «Ρόμποκοπ» που με μεγάλη ταχύτητα κατεβαίνουν τον πεζόδρομο της Μητροπόλεως με τις μηχανές τους και πετούν κρότου-λάμψης στα τραπέζια των σουβλατζίδικων, πάνω στους ανθρώπους, προκάλεσαν σοκ. Η αστυνομία γνωρίζει ότι βρισκόμαστε στην ψηφιακή εποχή, ότι οι αυθαιρεσίες της θα καταγράφονταν και θα έκαναν τον γύρο της χώρας, θα έμπαιναν σε κάθε σπίτι. Αυτό ακριβώς επεδίωκε άλλωστε: Να καταγραφούν οι εικόνες στις συνειδήσεις των πολιτών, να γίνει κατανοητό ότι το κοινωνικό συμβόλαιο της Μεταπολίτευσης έσπασε, όποιος αντιδρά στη συνταγή είτε θα τρομοκρατηθεί για να το βουλώσει είτε θα εξοντωθεί και θα το βουλώσει. Ας κάνουμε την αρχή (του τέλους της φαυλότητας) και ας αδράξουμε την ευκαιρία

Η εφημερίδα που διαβάζετε αυτή τη στιγμή πρωτοκυκλοφόρησε τον Μάρτη του 2009. Στο πρώτο μας σημείωμα στο editorial της γράφαμε:
«Δεν διεκδικούμε κάποιου είδους γνώση ,ούτε έχουμε κάποιο "μαγικό ραβδί" ώστε με ένα τρόπο μαγικό να αλλάξουμε τον κόσμο. Αντίθετα πιστεύουμε ότι όλοι οι άνθρωποι μαζί μπορούν αν συμβάλουν με όσες δυνάμεις έχει ο καθένας μας να αλλάξουμε πολλά  στις ζωές μας, από τα μικρά καθημερινά μέχρι την ολική ανατροπή ενός σάπιου και πολυκαιρισμένου συστήματος το οποίο συγκέντρωσε τη πολιτική και θεσμική εξουσία σε χέρια λίγων με τη σιωπηρή ανοχή των πολλών.
 
Πέρα από το οικονομικό κραχ και την κατάρρευση του νεοφιλελευθερισμού, στον ελλαδικό χώρο είχαμε την τύχη να γευτούμε από πρώτο χέρι στον δικό μας Δεκέμβρη το μέλλον που έρχεται. Τρομακτικός για κάποιους, ελπιδοφόρος για πολλούς.
Φυσικά αν κάποιος είχε την ψευδαίσθηση ότι τελικά ήταν τόσο εύκολο να αλλάξουν άμεσα οι κοινωνικοί συσχετισμοί έπειτα από τον Δεκέμβρη, σίγουρα θα απογοητεύτηκε. Από την άλλη πλευρά όμως αποδείχτηκε ότι τίποτα δεν έχει τελειώσει καθώς δεν υπογράψαμε κανενός είδους συμφωνητικό η δήλωση υποταγής  με τη κρατική και πολιτική εξουσία και όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά. Αυτό που έχει γίνει πια απαίτηση, είναι να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων. Ο πήχης έχει ανέβει ψηλά και οφείλουμε να βγούμε από το καβούκι μας και να διαχύσουμε σε όλη την κοινωνία τα ελευθεριακά  προτάγματα τα οποία μας ενώνουν.»
Η ιστορία όλων των επαναστάσεων που έγιναν στα περασμένα μας δείχνει ότι τα μεγάλα λαϊκά κινήματα δεν είναι καθόλου ένα αυθαίρετο και ενσυνείδητο δημιούργημα των λεγόμενων «αρχηγών» ή των «κομμάτων», καθώς φαντάζονται οι κυρίαρχοι και οι επίσημοι αστοί ιστοριογράφοι, αλλά είναι αυθόρμητα κοινωνικά φαινόμενα, γεννημένα από μια δύναμη φυσική που πηγάζουν από τον ταξικό χαρακτήρα της σύγχρονης κοινωνίας. Τι επιτέλους ζητούν και αξιώνουν οι απλοί και ζωντανοί άνθρωποι; - «Δεν επιθυμώ την ταπείνωση και τον εξευτελισμό, θέλω να με υπολογίζουν και να με σέβονται».
Ποτέ η παραδοσιακή πολιτική δεν είχε φθαρεί όσο έχει φθαρεί στις μέρες μας, ποτέ οι εκπρόσωποί της δεν έγιναν τόσο αναξιόπιστοι και τόσο καταγέλαστοι. Στο χέρι και κυρίως στη θέληση όλων μας είναι από εδώ και πέρα ότι νέο θα προκύπτει να μην προέρχεται από αυτούς, Πρέπει πια να γίνει όχι απλά μόνο κατανοητό, αλλά κτήμα μας ότι η γραμμή της πραγματικής ζωής περνά από τη ριζική καταστροφή των εμπορευματικών σχέσεων, την υποκειμενική αφθονία, την εξαφάνιση των οικονομικών ταξικών διαφορών και το τέλος του κράτους. Γιατί σε διαφορετική περίπτωση, ο κίνδυνος δεν είναι ότι μπορούμε να ξυπνήσουμε ένα πρωί και να βρεθούμε σ’ ένα φασιστικό κόσμο. Ο κίνδυνος είναι ότι πέσαμε στο κρεβάτι την προηγούμενη νύχτα, σ’ έναν κόσμο που είχε γίνει φασιστικός, χωρίς να το πάρουμε είδηση.

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2011

Επιστροφή στον τόπο του εγκλήματος


Αναδημοσίευση από Techie Chan

Είναι ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο σε αυτό το πορτοκαλί μαγαζάκι να προσπαθούμε να κρατήσουμε τα μάτια στη μπίλια κι όχι στις ανακοινώσεις του κρουπιέρη, καθώς σήμερα όλοι έχουμε καταλάβει πως ο κρουπιέρης μπορεί να λέει μαύρο τη στιγμή που η μπίλια έχει καθίσει στο κόκκινο.



Στην τρίτη συνέχεια (πρώτο μέρος πώς να γίνετε πλούσιοι χωρίς χρήματα the greek way, 2ο Eat That) της σαπουνόπερας που ονομάζεται το τέλος του παιχνιδιού ή μαζί τα φάγαμε θα ασχοληθούμε με μία ακόμα τέτοιου είδους αντινομία. Βασικό μοτίβο της φιλελεύθερης προπαγάνδας από τη θάτσερ, μέχρι τον τελευταίο πρόεδρο επιμελητηρίου και υιό υπουργού της δικτατορίας είναι η σκληρή δουλειά. Σύμφωνα με το φιλελευθερισμό, για να προκόψεις χρειάζεται σκληρή δουλειά. Δεν είναι δυνατό σου λέει να βγαίνεις στη σύνταξη στα 50-55 σου, δεν γίνεται να έχεις υψηλούς μισθούς χωρίς ανάλογη “παραγωγικότητα”. Για να το θέσω στο πιο αφαιρετικό επίπεδο, το δόγμα λέει: “δεν υπάρχει δωρεάν γεύμα”.



Σήμερα θα προσπαθήσω να δείξω πως αυτό το μαύρο ήταν στην ουσία κόκκινο. Πως παρότι η σκληρή δουλειά προπαγανδίζεται ως το μόνο μέσο για την επιβίωση και την επιτυχία, την ίδια στιγμή το ίδιο σύστημα έπαιρνε αποφάσεις προς ακριβώς την αντίθετη κατεύθυνση. Και πως η κοινωνία όχι μόνο αντιλήφθηκε αυτή την αντινομία, αλλά προσαρμόστηκε σε αυτή, αντέδρασε και δημιούργησε νέα πρότυπα. Τα οποία σήμερα οι φιλελεύθεροι μας τα δείχνουν ως απόδειξη πως το δόγμα τους είχε δίκιο.







Στο σταυροδρόμι της ιστορίας (γκαγκάν)

Μην αγχώνεστε, δεν εννοώ το δημοψήφισμα, είπα να ξεκινήσουμε με ένα μικρό παλιό αδιέξοδο. Οι αρχές της δεκαετίας του 80 ήταν αρκετά αμήχανες για τους νέους πάπες της οικονομικής ορθοδοξίας. Από τη μία ο πληθωρισμός είχε αρχίσει να υποχωρεί μετά το σφίξιμο της νομισματικής πολιτικής των ΗΠΑ και τη χαλάρωση του ΟΠΕΚ, αλλά από την άλλη τα οικονομικά μέτρα της θατσερικής αγγλίας που προσυπέγραψε ο ίδιος ο εκπρόσωπος του θεού στη γη (για τον φρίνταμν λέμε) απέτυχαν παταγωδώς. Η ακραία αποβιομηχάνιση της αγγλίας δεν έδειχνε να απελευθέρωνε τις οικονομικές δυνάμεις από τις παλιές και μη ανταγωνιστικές χαλυβουργίες προς αναζήτηση νέων γενναίων ευκαιριών. Και μεταξύ μας δεν τις απελευθέρωσε γιατί δεν υπήρχαν. Έτσι το κεφάλαιο έπρεπε να βρει άλλους τρόπους να γίνει αποδοτικό. Η πτώση του επιπέδου των μισθών είναι πάντα προσφιλής και εύκολη τακτική μείωσης του κόστους, αλλά ήταν πολιτικά αντιδημοφιλής στα πλαίσια που ακόμα είχαμε αυτές τις καταραμένες δημοκρατίες.



Τι καλύτερος τρόπος λοιπόν από το να εντείνουμε αυτή την ανάγκη για μείωση στους μισθούς. Διότι οι περικοπές μισθών δεν θα έψηναν κανένα, όσο ωραία κι αν τις πλάσαραν. Η απελευθέρωση του εμπορίου όμως ποιον θα πείραζε? Δεν είναι καλό πράγμα η απελευθέρωση βρε παλιοφασίστες?



Κάπως έτσι ξεκίνησε αυτή η μαζική μεταφορά της παραγωγής από την ακριβή δύση στο φθηνό νότο και την ακόμα φθηνότερη ανατολή. Η αρχή έγινε με τα λεγόμενα αγαθά εντάσεως εργασίας. Ρούχα, υφάσματα, παπούτσια όπου οι εργατο-ώρες που χρειάζονται για να παραχθούν αποτελούν σημαντικό μέρος του συνολικού κόστους. Δυτικά κεφάλαια έστηναν δυτικά εργοστάσια στο μεξικό, έφτιαχναν παπούτσια με φθηνά, μαυριδερά, αναλώσιμα, μπάσταρδα μεξικανάκια που μετά πωλούνταν στη δύση από τα ίδια δυτικά brand names κρατώντας σχεδόν όλη την επιπλέον υπεραξία (κέρδος) από τις μειώσεις του κόστους.



Αυτή η διαδικασία πέτυχε 3-4 στόχους ταυτόχρονα. Από τη μία μείωσε τη ζήτηση εργατών στη δύση και άρα αύξησε την ανεργία. Η ανεργία πίεζε για χαμηλότερους μισθούς (λόγω των νέων συνθηκών) και ταυτόχρονα -από την άλλη- η πτώση της τιμής των παπουτσιών λόγω των φθηνών εργατικών χεριών έκανε τα παπούτσια πιο προσβάσιμα στους φτωχότερους (λόγω χαμηλότερων μισθών) δυτικούς. Στο ενδιάμεσο φυσικά η Nike (δηλαδή το κεφάλαιο) κράταγε ένα ωραίο φιλετάκι κερδών για πάρτη του το οποίο μέσω φορολογικών παραδείσων και άλλων περίπλοκων διαδρομών προσπερνούσε την υψηλή φορολογία των δυτικών χωρών.



Σαν να μην έφτανε αυτό, τα δυτικά κεφάλαια προστατεύονταν από τον ανταγωνισμό των φθηνών χωρών που θα μπορούσαν να φτιάχνουν και να προωθούν τα δικά τους παπούτσια (και που δοκίμασαν να το κάνουν στις δεκαετίες του 50-60 μέχρι την πολύ βολική πετρελαϊκή κρίση που τους κατέστρεψε).



Μετά το τέλος της ιστορίας το 1990 αυτή η διαδικασία έγινε ανεξέλεγκτη. Ξαφνικά δεν υπήρχαν όρια και χώρες όπου το δυτικό κεφάλαιο δεν είχε πρόσβαση. Τα σύνορα για τα αγαθά και το κεφάλαιο (όχι όμως και για τους εργαζόμενους) άνοιξαν σχεδόν παντού. Όμως η μηχανή της καπιταλιστικής ευτυχίας είχε -τι περίεργο- ένα προβληματάκι. Ο ρυθμός με τον οποίο μεταφέρονταν επιχειρήσεις στις φτωχές χώρες και η αντίστοιχη πτώση της ζήτησης της εργασίας στη δύση ήταν μεγαλύτερος από το κέρδος που είχαν οι δυτικοί από τα φθηνότερα προϊόντα. Για να μπαλωθεί αυτή η ανισορροπία οι νεο-φιλελεύθεροι αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν τι άλλο? Το δανεισμό….





Περάστε κόσμε, πολλά βάζετε, πολλά χάνετε.

Η αύξηση του δανεισμού ή αλλιώς η πιστωτική επέκταση ή αλλιώς το τύπωμα χρήματος από τις τράπεζες είναι ένα περίεργο φρούτο. Για αρχή δεν είναι τυχαία και δεν καθορίζεται από κάποια αφηρημένη “αγορά”. Κατά δεύτερο όπως κάθε τύπωμα δημιουργεί πίεση στις τιμές να ανέβουν. Περισσότερα χαρτάκια κυνηγάνε τα ίδια ή λίγο περισσότερα αγαθά. Αλλά η αύξηση των τιμών ονομάζεται αλλιώς και πληθωρισμός, σωστά? Όχι πάντα, κι εδώ οι φιλελεύθεροι παράτησαν τα οικονομικά που έτσι κι αλλιώς δεν τους έβγαιναν και το έριξαν στην ταχυδακτυλουργική.



Όταν οι τιμές αυξάνονται ο κόσμος το νιώθει στο πετσί του. Ειδικά όταν τα εισοδήματά τους (δηλαδή κατά βάση ο μισθός στον περισσότερο δυτικό κόσμο) παραμένει σταθερός ή μειώνεται όπως είπαμε πως συνέβαινε. Το παραπάνω χρήμα που πρόσφερε η πιστωτική επέκταση αύξησε τη ζήτηση και πίεζε τις τιμές προς τα πάνω, αλλά ταυτόχρονα αυτό αντισταθμίστηκε από την πτώση των τιμών λόγω της μεταφοράς της παραγωγής σε φθηνότερες χώρες. Οι τιμές πολλών από τα προϊόντα που μετρούσε ο πληθωρισμός μειώνονταν παρά το γεγονός πως το φρέσκο χρήμα αύξανε τη ζήτηση. Τα παπούτσια κόστιζαν πια πολύ λιγότερο απ’ ότι 10 χρόνια πιο πριν και άρα πίεζαν τον πληθωρισμό προς τα κάτω. Την ίδια στιγμή, όσοι είχαν δουλειά (γιατί η ανεργία αυξανόταν σταθερά) ένιωθαν πιο πλούσιοι παπουτσικώς μιλώντας. Διότι είναι σίγουρο πως σήμερα με το βασικό μισθό μπορώ να αγοράσω περισσότερα ζευγάρια παπούτσια απ’ ότι μπορούσα να αγοράσω με το βασικό μισθό του 1980. Άρα στο επίπεδο των παπουτσιών ο βασικός μου μισθός αξίζει περισσότερο. Άρα έγινα πιο πλούσιος? (θα θέλατε, αλλά βάλτε ένα το κρατούμενο).



Όλο αυτό το αποπληθωριστικό εφέ που δημιούργησε η πτώση της παραγωγής και των τιμών στη δύση θα έπρεπε να εμφανιστεί κάποια στιγμή στο ΑΕΠ. Αν συνέβαινε αυτό, οι δυτικοί ψηφοφόροι θα καταλάβαιναν και με απλό τρόπο πως το παιχνίδι δεν ήταν υπέρ τους. Εκεί μπήκαν πολύ βολικά στο παιχνίδι οι τράπεζες που ξεκίνησαν αυτό το σχεδόν 20ετές φούσκωμα των δυτικών οικονομιών μέσω του δανεισμού. Αλλά όχι οποιουδήποτε τυχαίου δανεισμού.

Οι επιχειρήσεις των οποίων τα κέρδη ανέβαιναν λόγω της τράμπας με τις φτωχές χώρες είχαν τεράστια πρόσβαση σε δανεισμό. Τόσο τεράστια που από ένα σημείο και πέρα συμπεριφέρονταν σχεδόν και οι ίδιες ως τράπεζες. Κι αυτό τους έδωσε επιπλέον ώθηση να εμφανίσουν μεγαλύτερα κέρδη.

Και οι ιδιώτες απέκτησαν τεράστιες δυνατότητες δανεισμού. Αλλά σε αντίθεση με το αλεύρι αυτός ο δανεισμός δεν ήταν για όλες τις χρήσεις:



Ήθελες να παίξεις στο χρηματιστήριο που ανέβαινε χωρίς να διαθέτεις το απαραίτητο κεφάλαιο, ευχαρίστως να σου δανείσουμε. Επρόκειτο άλλωστε για μια λαμπρή επενδυτική ιδέα που είχε ιδιαίτερη επιτυχία στη δεκαετία του 1920, αλλά εγκαταλείφθηκε μετά από μερικά ατυχή γεγονότα το 1929. Ξαναήρθε με φόρα τη δεκαετία του 80 και απογειώθηκε με τα διάφορα σύνθετα προϊόντα την τελευταία δεκαετία. Ας πούμε ένας τυχαίος παίκτης με 20.000 ευρώ στην τράπεζα μπορούσε να δανειστεί μέχρι και 600-800.000 ευρώ για να ποντάρει στις αγορές (on margin που λένε στην αργκό).



Ήθελες να αγοράσεις σπίτι? Ευχαρίστως να σου δανείσουμε 350.000 ευρώ που δύσκολα θα βγάλεις στη ζωή σου.

Ήθελες να αγοράσεις αυτοκίνητο? Ναι μάλιστα, αλλά μην το παρακάνεις κιόλας, 50.000 καλά είναι?.

Ήθελες να αγοράσεις παπούτσια? Εντάξει ρε μεγάλε να αγοράσεις παπούτσια αλλά πάνω από 10.000 δεν σου δίνουμε και πάλι θα πρέπει να μας δείξεις πώς θα τα αποπληρώσεις.

Ήθελες να έχεις απλά πιστωτική? Χμμμ 3.000 ευρώ καλά δεν είναι?



Νομίζω μπορείτε να παρατηρήσετε το μοτίβο. Υπάρχουν μερικές κατηγορίες αγορών όπου οι τράπεζες μπορούσαν να σου δανείσουν απιθανο-εκατομμύρια την ίδια στιγμή που σε άλλες κατηγορίες ήταν ιδιαίτερα μαζεμένες. Άρα οι τράπεζες δάνειζαν (δηλαδή τύπωναν παραπάνω χρήμα) με ένα σταθερό μοτίβο. Τι δημιουργεί αυτό? Μια ανισορροπία στον ρυθμό αύξησης των τιμών, καθώς αυτά τα νέα χαρτάκια δεν κυνηγάνε εξίσου όλα τα αγαθά.

Ο ίδιος άνθρωπος μπορούσε να πάρει 600.000 ευρώ σε νέα χαρτάκια για να ποντάρει υπέρ της καρδασιλάρης ΑΕ (και της Apple Inc αν θέλετε), αλλά μπορούσε να πάρει “μόλις” 350.000 ευρώ για να αγοράσει ένα σπίτι, “μόλις” 50.000 ευρώ για να πάρει μια κούρσα και να έχει όριο στην κάρτα του μόλις 3.000ευρώ. Ταυτόχρονα ο μισθός του παρέμενε αξιοπρεπής στα 1,500ευρώ το μήνα. Αλλά έχει πια σημασία?



Αυτή την ανισορροπία στις τιμές οι φιλελεύθεροι οπαδοί του τέλους της ιστορίας την ονόμασαν αύξηση του πλούτου, ανάπτυξη ή ό,τι άλλο θέλετε όταν στην ουσία δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η αύξηση των τιμών (άρα πληθωρισμός) συγκεκριμένων αγαθών της οικονομίας*. Γιατί όμως εμείς φάγαμε τον χάπακο και πιστέψαμε πως όλο αυτό είναι ανάπτυξη? Μα γιατί τη βλέπαμε να συμβαίνει, κι αυτό οφειλόταν στην ανισορροπία. Όταν οι τιμές των μετοχών στο χρηματιστήριο διπλασιάζονταν, εμείς μπορούσαμε να αγοράσουμε διπλάσια παπούτσια, γιατί οι τιμές των παπουτσιών δεν αυξάνονταν με τον ίδιο ρυθμό. Όταν δίναμε αντιπαροχή το οικοπεδάκι της γιαγιάς στην καισαριανή που πριν 10 χρόνια δεν άξιζε τίποτα ως προσφυγικό γκρεμίδι με αυλούλα, γινόμασταν ειλικρινώς πλούσιοι, διότι τα 500-600.000 ευρώ που θα παίρναμε από τις φουσκωμένες τιμές των διαμερισμάτων δεν επρόκειτο ποτέ να τα δούμε από το μισθό μας. Όταν το σπίτι που αγοράσαμε τη δεκαετία του 80 στο εξωτικό τότε χαλάνδρι έφτασε να “αξίζει” 300.000 ευρώ, φυσικά και αντιμετωπίζαμε τον κόσμο πιο χαλαρά και παίρναμε αυτό το επισκευαστικό δάνειο για να στείλουμε τα παιδιά να σπουδάσουν στην αγγλία με χαμηλό επιτόκιο, μια συνήθεια που ήταν αδιανόητη πριν το 1990 αν η οικογένειά δεν άνηκε σε αρκετά υψηλή εισοδηματική κλίμακα.





*εδώ να πούμε μόνο για την πληρότητα της συζήτησης πως η αύξηση των τιμών δημιούργησε μια δική της ζήτηση. Τα ακριβότερα σπίτια οδήγησαν κάποιους κατασκευαστές να φτιάξουν καινούργια, άρα είχαμε και ανάπτυξη. Αλλά αυτή η ανάπτυξη ήταν ελάχιστη εμπρός στο φούσκωμα που συνέβη, πόσω μάλλον που οδήγησε σε υπερεπένδυση στα αγαθά αυτά (τα σπίτια πχ), με αποτέλεσμα η επιπλέον ωφέλεια σε αυτή την επένδυση να είναι μηδενική αν όχι αρνητική.

Γιαυτό και έχουμε σήμερα 300.000 άδειες νεόδμητες κατοικίες και 85% ιδιοκατοίκηση. Δηλαδή περισσότερα σπίτια απ’ όσα χρειαζόμαστε.







Η απονομιμοποίηση της εργασίας

Όλο αυτό δεν ήταν μόνο ένα καθαρό οικονομικό παιχνίδι που εξελισσόταν σε μια γυάλα ενός εργαστηρίου. Όλες αυτές οι οικονομικές αποφάσεις είχαν σαφή αντίκτυπο στην κοινωνία. Άρα σε όλη αυτή τη μακρά διαδικασία η κοινωνία κατάλαβε πολύ καλά ένα πράγμα. Πως η αξία της εργασίας στη δύση μειωνόταν συνεχώς. Τόσο από τη μεταφορά της παραγωγής στις φτωχές χώρες, όσο και από το ακατάσχετο φούσκωμα που δημιουργούσε το τύπωμα χρήματος που ονομάζαμε πιστωτική επέκταση. Όσο απομακρυνόμασταν από το 1990, τόσο γινόταν και πιο σαφές ότι η σκληρή δουλειά που κήρυτταν οι φιλελεύθεροι και η ανταπόδοση της ήταν δύο άσχετα μεταξύ τους πράγματα. Αυτή η απαξίωση ήταν μεγαλύτερη σε χώρες που είχαν εγκαταλείψει ή μεταφέρει την παραγωγική τους δραστηριότητα αλλού, όπως οι ΗΠΑ, η ελλάδα, η βρετανία, ενώ αντίθετα παρέμενε πιο σταθερή κοινωνική αξία σε χώρες που συγκράτησαν τον παραγωγικό τους ιστό όπως η γαλλία και η γερμανία.



Τα οικονομικά παραδείγματα ήταν ξεκάθαρα για όλους. Μέσα σε 1-2 χρόνια σ’ ένα ανοδικό χρηματιστήριο μπορούσες να βγάλεις περισσότερα χρήματα απ’ όσα θα έβγαζες σε ολόκληρο τον εργασιακό σου βίο. Το γκρεμίδι της γιαγιάς που λέγαμε στην καισαριανή θα σου έδινε 600.000 ευρώ, ένα ποσό που λίγοι μπορούν να ελπίζουν πως θα βγάλουν από την εργασία τους. Το διαμέρισμα των 250.000 ευρώ που θα αγόραζες από τον τύπο με το γκρεμίδι της γιαγιάς στην καισαριανή κόστιζε περισσότερο από τα χρήματα που θα αποταμίευες σε 30 χρόνια. Μια start-up που θα κατάφερνες να βάλεις στο χρηματιστήριο έστω και εξαπατώντας τους επενδυτές είχε εξασφαλίσει εσένα και άλλες τρεις γενιές της οικογένειάς σου. Σιγά σιγά λοιπόν το να εργάζεσαι άρχισε να γίνεται ακόμα πιο αδιάφορο για το πόσο πλούσιος ήσουν. Αντίθετα ένα γκρεμίδι, ένας ξάδερφος σε χρηματιστηριακή με κονέ, μια θέση στο famestory, μια κληρονομία που δεν φορολογούνταν πια ή ένα παραλιακό χωράφι από τον νησιώτη παππού ήταν αρκετοί λόγοι για να ξεπεράσουν σε αμοιβές ακόμα και τον πιο σκληρά εργαζόμενο υπάλληλο.



Σπίτι δεν θα αγόραζες ποτέ με τα χρήματα που έβγαζες από την εργασία σου. Μόνο με ένα δάνειο από την οικεία τράπεζα.







με νέα ενισχυμένη σύνθεση γαλάζιων και λευκών κόκκων.

Αυτή η τάση κυριαρχούσε σε όλο το δυτικό κόσμο, οπότε δεν μιλάμε για μια ελληνική ιδιαιτερότητα. Οι έλληνες όμως ήταν λίγο περισσότερο ευνοημένοι. Όχι φυσικά όλοι. Πάντα οι πιο παλιοί και οι αγαπημένες μας οικογενειακές σχέσεις. Ο οικογενειακός πλούτος που αποτελούνταν συνήθως από γη και σπίτια ανέβαινε σε “αξία”. Αυτό έδεσε ακόμα περισσότερο τους έλληνες στο άρμα του νέου παραδείγματος, αλλά ταυτόχρονα κλείδωνε και βάθαινε τις ανισότητες. Αυτοί που είχαν σπίτια ή/και γη ήταν οι κατά τεκμήριο πιο ευεργετημένοι των προηγούμενων ετών και ήταν αυτοί που επωφελήθηκαν από αυτό τον ιδιότυπο πληθωρισμό που περιγράψαμε παραπάνω. Ο πλούτος έγινε περισσότερο κληρονομική υπόθεση και λιγότερο υπόθεση ικανότητας ή δουλειάς. Και οι παλιότεροι για μια ακόμη φορά επωφελήθηκαν. Το ίδιο συνέβη και με το χρηματιστήριο, μόνο που δεν ήταν πολλοί οι έλληνες που να διέθεταν μια επιχείρηση που θα μπορούσε να εισηχθεί στο ΧΑΑ. Αντιθέτως, πριν ξεκινήσει η πιστωτική επέκταση, ήδη το 65% των ελλήνων έμενε σε ιδιόκτητο σπίτι. Κι αυτό έδωσε -και δίνει ακόμα- σημαντική νομιμοποίηση σε όλους αυτούς που θέλουν να κρατήσουν αυτό το παράλογο καθεστώς όπως έχει. Οι ιδιοκτήτες δεν ήταν μια μικρή τάξη ανθρώπων, αλλά μια αρκετά απλωμένη κατηγορία που έπιανε λογιών λογιών κοινωνικές ομάδες.



Ταυτόχρονα η είσοδος μεταναστών στη χώρα επέτρεψε τη δημιουργία μιας εργατικής τάξης χωρίς πολιτικά δικαιώματα η οποία λειτουργούσε λίγο πολύ σε ένα ημιπαράνομο καθεστώς. Αυτό έριξε το κόστος παραγωγής σε αρκετά σημαντικό βαθμό, αρχικά στην αγροτική παραγωγή και αργότερα στις κατασκευές. Μάλιστα σε αυτό το προλεταριάτο θα μπορούσαμε να αποδώσουμε αρκετά σημαντικό μέρος της πτώσης του πληθωρισμού που μας έβαλε στο ευρώ. Ο πληθωρισμός και το έλλειμμα ήταν τα βασικά κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν για την είσοδό μας στο ευρώ (το χρέος βολικά “ξεχάστηκε” για όλους τους υποψήφιους). Το πρώτο έπεσε με τους μετανάστες και τη σκληρή δραχμή και το δεύτερο κρύφτηκε με τα γνωστά δομημένα της gsachs για τα οποία ήταν φυσικά ενήμερη όλη η ευρώπη.



Ας επιστρέψουμε όμως στους μετανάστες. Οι μετανάστες έριξαν το κόστος σε ένα μεγάλο εύρος κυρίως χειρωνακτικών εργασιών επιτρέποντας στους ντόπιους να νιώσουν ακόμα πιο πλούσιοι με την αγοραστική τους δύναμη. Ξαφνικά μπορούσες να έχεις “γυναίκα στο σπίτι” κάθε βδομάδα, “γυναίκα στο κρεβάτι” σλαβικών προδιαγραφών αλά καρτ, αγροτικό εργάτη, υδραυλικό, μπογιατζή και χτίστη σε τιμές που δεν μπορούσες να διανοηθείς. Υπάρχουν πολλοί που λένε πως οι μετανάστες έκαναν δουλειές που οι έλληνες δεν ήθελαν να κάνουν. Αυτό όμως είναι εν μέρει σωστό. Διότι πριν έρθουν οι μετανάστες, συνέχιζαν να υπάρχουν “γυναίκες για το σπίτι”. Μόνο που ήταν αρκετά πιο ακριβές. Άρα οι χαμηλές τιμές που ζητούσαν οι αλβανοί δημιούργησαν μεν μεγαλύτερη ζήτηση (σου έφταναν τα χρήματα για 2 φορές το μήνα, εκεί που πριν σου έφταναν για 1), αλλά σε τελική ανάλυση ο ντόπιος που έκανε τη δουλειά σταμάτησε να την κάνει σε τόσο χαμηλές τιμές. Άρα στην ουσία η εργασία για τους ντόπιους μειώθηκε αν δεν εξαφανίστηκε σε ορισμένες κατηγορίες.



Στην ουσία οι μετανάστες “έκλεψαν” κι αυτοί δουλειές από τους ντόπιους με παρόμοιο τρόπο με τον οποίο είχαν ήδη κάνει οι “συνάδελφοί” τους στην τουρκία, την κίνα ή το μπαγκλαντές κατά τη μεταφορά της δυτικής παραγωγής σε αυτές τις χώρες.





Έτσι σταδιακά δημιουργήθηκε ένα πλαίσιο όπου εσύ ένιωθες πολύ γαμάτος και μεσοαστός, αλλά ταυτόχρονα οι διαθέσιμες εργασίες “του επιπέδου σου” είχαν περιοριστεί σημαντικά. Εργασιακές διέξοδοι και άλλες δυνατότητες οικονομικής κινητικότητας που να ισχύουν τουλάχιστον σε κάποιο μαζικό βαθμό άρχισαν να σπανίζουν. Ο ιδιωτικός τομέας απορυθμιζόταν όλο και περισσότερο (ιδίως εις βάρος των νεότερων) και έκανε την εργασία όλο και πιο επισφαλή. Ο δημόσιος τομέας πρόσφερε εργασιακή ασφάλεια άλλα μόλις την τελευταία 10ετία πρόσφερε και καλύτερους μισθούς (τουλάχιστον για κάποιους από αυτούς). Γι’ αυτό και τα τελευταία χρόνια βλέπαμε αυτή την “παράλογη” έλξη των νέων προς το δημόσιο τομέα. Σχολές που κάποτε θεωρούνταν ο κατιμάς των πανελληνίων (όπως οι αστυνομικές σχολές) ανέβηκαν στα ύψη μόνο και μόνο επειδή εξασφάλιζαν εργασία. Στην ελλάδα δεν είχε μείνει άλλος εργοδότης ικανός να προσφέρει τέτοια εργασιακή ασφάλεια, αφού οι τράπεζες και οι τηλεπικοινωνίες σταμάτησαν τις αθρόες προσλήψεις χοντρικά μετά το 2004. Το ίδιο φρένο έβαλε και το δημόσιο σταδιακά αν εξαιρέσεις την αστυνομία. Ήδη πια στο 2007 έχουμε τους βουλευτές της ΝΔ να παραπονιούνται πώς μόνο stage προσφέρει το μαγαζί ως πελατειακό αντάλλαγμα και οι ψηφοφόροι δεν τσιμπάνε τόσο.



Οι νέοι λοιπόν δεν ξημεροβραδιάζονταν στις καφετέριες τόσο από μια ηθική κατάπτωση της εποχής μας, όσο από μια κοινωνική “αναγκαιότητα”. Το 2002 δεν ήταν κοινωνικά πια τόσο οκ να πας σ’ ένα νησί το καλοκαίρι για να μαζεύεις ποτήρια ή να πας στο χωριό για να μαζέψεις πορτοκάλια και ταυτόχρονα δεν ήταν και οικονομικά τόσο οκ καθώς αυτές τις δουλειές τις έκαναν οι ξένοι προλετάριοι χωρίς δικαίωμα ψήφου (και μερικές ακόμα ιδιαιτερότητες που έριχναν την τιμή). Ταυτόχρονα δεν υπήρχαν αρκετές μεσοαστικές εργασίες που θα μπορούσαν να απορροφήσουν τους σε μεγάλο βαθμό αποφοίτους πανεπιστημίου νέους, με αποτέλεσμα να αρχίσουν όλοι να στριμώχνονται στις υπηρεσίες γραφείου δημόσιες ή ιδιωτικές, ρίχνοντας κι εκεί τις τιμές. Στις μεν δημόσιες με πιο υπόγειους τρόπους (ασφάλιση στο ΙΚΑ, συμβασιούχοι, ωρομίσθιοι, stagiers κ.λπ.), στις ιδιωτικές πιο άμεσα και εμφανώς (μπλοκάκια, 12μηνες συμβάσεις, απλήρωτες μαθητείες κ.λπ.). Κι ανάμεσα σε αυτή τη μετακίνηση συναντήσαμε μετά από μερικά χρόνια το παράδοξο οι χειρώνακτες μετανάστες να αμείβονται καλύτερα από τα νεαρά φυντάνια των ντόπιων που για λόγους κοινωνικού ταμπού δεν δέχονταν εύκολα να μεταπηδήσουν ξανά στις δουλειές που είχαν “καταλάβει” οι μετανάστες (από PR στο WC?).



Γιατί όμως οι εργατικοί μετανάστες δεν ξεπέρασαν τους “τεμπέληδες” ντόπιους? Μα διότι όπως περιγράψαμε πιο πριν, η οικονομική ανισότητα δεν βασιζόταν πια τόσο στις αμοιβές της εργασίας, αλλά στο μέγεθος της περιουσίας του καθενός. Κάτι που έκανε την εργασία ακόμα πιο αδιάφορη και τους μετανάστες να βρίσκονται σε μειονεκτική θέση καθώς ήρθαν στην ελλάδα με μηδενική περιουσία. Τα διάφορα προσφυγικά γκρεμίδια που ήταν διάσπαρτα στις παρυφές της αθήνας ήταν το αντίστοιχο ενός οικογενειακού λόττο στο νέο καθεστώς. Το ίδιο ίσχυε και για τα γκρεμίδια στις τουριστικές περιοχές και για διάφορα άλλα assets.



Μπορούμε να φανταστούμε λοιπόν πως ανάμεσα σ’ ένα δικηγόρο που αμέσως μετά την άσκησή του έπαιρνε 400 ευρώ για να δουλεύει σαν σκυλί και το συμφοιτητή του που η μάνα του του είχε δώσει ένα μαγαζάκι να νοικιάζει και έπαιρνε 600ευρώ για να κάθεται μέχρι να βρει μια καλύτερη δουλειά υπήρχε μια σαφέστατη διάκριση επιτυχίας. Η οποία σίγουρα δεν ήταν υπέρ αυτού που εργαζόταν.





Όμως οι παραπάνω κινήσεις στην εργασία ήταν περισσότερο αμυντικές. Κανείς δεν ήλπιζε πραγματικά πως θα πιάσει την καλή επειδή θα γινόταν νηπιαγωγός στο δημόσιο ή θα κάνει εφημερίες σε ιδιωτικό νοσοκομείο για 1.100ευρώ. Ούτε καν να αγοράσει ένα σπίτι δεν μπορούσε να ελπίζει εύκολα με τις τιμές στα ύψη. Άρα παρότι αυτή η επίπλαστη “ανάπτυξη” άρχισε να χωλαίνει μετά τα πανηγύρια του 2004, δεν συνέβη το ίδιο με τα διάφορα αγαθά που οι τράπεζες συνέχιζαν να φουσκώνουν με ακόμα πιο έντονους ρυθμούς. Οι δουλειές δεν γίνονταν περισσότερες, τα σπίτια όμως συνέχιζαν να “ακριβαίνουν”. Κι αυτό έβαλε ένα ακόμα καρφί στη νομιμοποίηση της εργασίας. Διότι έκανε ακόμα πιο σαφές πως δεν υπήρχε διέξοδος να πιάσεις την καλή, πέρα από τους παλιούς κλασικούς τρόπους. Ή να κληρονομήσεις δηλαδή τα λεφτά ή να τα παντρευτείς ή να τα κλέψεις (νόμιμα ή μη). Γιαυτό και είδαμε ένα τεράστιο κύμα “νέων” πολιτικών που κρατούσαν το όνομα και το μαγαζί του μπαμπά και ένα άλλο μεγάλο κύμα “νέων” πολιτικών που εισήλθαν στην πολιτική με καλούς γάμους.





Εδώ και μερικά χρόνια το μοντέλο αυτό “ανάπτυξης” έχει καταρρεύσει και κανένας από τους παλιούς τρόπους που έδιναν χαρά και χαμόγελα δεν πρόκειται να δουλέψει. Οπότε δεν είναι ούτε θέμα πιστώσεων, ούτε φυσικά υπάρχει κάποιο θέμα έμφυτης τεμπελιάς των ελλήνων όπως μας κουνάνε το χέρι οι φιλελεύθεροι. Ήταν το ίδιο το σύστημα που οι ίδιοι έστησαν που έκανε την εργασία σχεδόν αδιάφορη για την επιβίωση ή την παραγωγή αγαθών ή υπηρεσιών. Ήταν το ίδιο το σύστημα που μετέτρεψε την οικονομία σε ένα απέραντο mall το οποίο τώρα -άδειο πια- δεν έχει καμία δυνατότητα να παράγει “πλούτο”. Είναι το ίδιο μαγαζί του απέραντου ραντιερισμού που πριμοδοτεί διάφορους τύπους που έχουν πιάσει τα διόδια γωνία και κάνουν μη ανταγωνιστική ολόκληρη την οικονομία.

Και τώρα μας πλασάρουν τον ντόπιο αρχιτέκτονα αυτού του συστήματος για πρωθυπουργό σωτήρα χωρίς καν να μας δικαιολογούνται για όλη την ανωμαλία. Να λένε τουλάχιστον ότι, ρε παιδιά, ο άνθρωπος είναι καταπληκτικός, απλά έκανε ένα μικρό λάθος στο copy-paste από το μάνιουαλ του νεο-φιλελευθερισμού και δεν δούλεψε στο μαγαζί μας. Όχι. Θα συνεχίσει να σου κουνάει το δακτυλάκι πως η μπίλια έχει κάτσει στο μαύρο ενώ θα βλέπεις ξεκάθαρα πως είναι στο κόκκινο. Όσο του επιτρέπεις δηλαδή.





Ένα όνειρο έχω γι’ αυτά τα καθίκια. Να πεθάνουν σε βαθιά γεράματα από στεναχώρια σ’ένα δυάρι στην κυψέλη παίρνοντας το μίνιμουμ της εθνικής σύνταξης και η μόνη τους χαρά να είναι η εβδομαδιαία συνάντηση στο ΚΑΠΗ της γειτονιάς τους, ενθυμούμενοι το πώς διαφέντευαν κάποτε τη χώρα και τι αχάριστοι που είναι οι άνθρωποι που τώρα τους έχουν ξεχάσει και δεν τους άφησαν ούτε σέντσι από τις μυθικές τους περιουσίες που “παρανόμως” κατέσχεσε το νέο καθεστός.

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011

Να είσαι επισφαλής

Να είσαι επισφαλής. Να βρίσκεσαι πάντα σε επισφαλή θέση. Ποτέ σίγουρος. Πάντα σε αβεβαιότητα για το αύριο. Πάντα σε αβεβαιότητα για το τώρα. Η αβεβαιότητα του χτες δεν παίζει και πολύ σημαντικό ρόλο, αλλά από τη στιγμή που κι αυτή κάποτε υπήρξε αβεβαιότητα για το αύριο και για το τώρα, θεώρησέ τη δεδομένη – το μόνο δεδομένο. Η θηλιά να σφίγγει και να σφίγγει και να σφίγγει μέχρι που να ξελασκάρει για λίγο από μόνη της, και πάλι από την αρχή. Να είσαι επισφαλής. Να έχεις την αίσθηση ότι η καρδιά είναι έτοιμη να χάσει ένα χτύπο. Λάστιχο η αντοχή. Και τα πετράδια που λάμπουν μπορεί να είναι και σκατά. Αλλά ποιος ξέρει; Δεν το ξέρεις. Θα το ανακαλύψεις. Και τότε θα βρεθείς και πάλι αντιμέτωπος με ένα νέο, αλλά ίδιο, μυωπικό δίλημμα: λαμπερά πετράδια ή σκατά; Η μυωπία σου σημαίνει ότι είσαι επισφαλής. Μην τολμήσεις να κάνεις καμιά ψευτοεγχείρηση για να την γιατρέψεις. Θα γίνει ιατρικό λάθος και θα σε λοβοτομήσουν, γι αυτό μείνε έτσι… επισφαλής, σε επισφαλή θέση, να τρίζει η καρέκλα, να σφίγγεται το στομάχι, παρά πόδα το όπλο, ρώσικη ρουλέτα με 3 σφαίρες μέσα σε ένα εξάσφαιρο πιστόλι, να μη λασπώνεις από τη σιγουριά, να έχεις ανάγκη για ένα χέρι που θα το κρατήσεις σφιχτά και μετά θα το αφήσεις και πάλι θα το χρειαστείς μέχρι να το ξαναφήσεις, μουσκεμένα σπίρτα και έξω χιονίζει και το τζάκι γεμάτο από ξύλα, τα πόδια κομμένα από την κούραση μα πρέπει να συρθείς με τα χέρια έτσι κι αλλιώς σε άρρωστο μέρος ή σε ουτοπία, χωρίς σημείο αναφοράς, να αλλάζεις συνέχεια σπίτι, να αλλάζεις συνέχεια πατρίδα, να αλλάζεις συνέχεια θεό και πάλι να επιστρέφεις από ανάγκη, από σιγουριά, από αγάπη, από φόβο, από μίσος, από νεύρα, από δεύτερη σκέψη, από κούραση, από λατρεία, από καύλα, από θάνατο, από τύχη, από λόξα, από τρέλα, από σχιζοφρένεια, από λάθος. Και να ξαναφεύγεις, επειδή είσαι επισφαλής. Σε επισφαλή θέση. Να μην ξέρεις αν θα ‘χεις να φας και να σκέφτεσαι την κλοπή και να τρελαίνεσαι και να αφήνεσαι και να το ξανασκέφτεσαι και να παίρνεις ανάποδες και να θες να τα γαμήσεις όλα και να την ψάχνεις αλλιώς και να νιώθεις ιδιοφυΐα και να νιώθεις χαζός και να νιώθεις πως στην έφεραν, αλλά θα πάρεις το αίμα σου πίσω, σε διαρκή επανάσταση, σε διαρκή ακινησία και να ρίχνεις μπουνιές στον τοίχο αλλά να μη βγαίνει τίποτα και να το ξανασκέφτεσαι και να λες πως θα τον λύσω αυτόν τον Γόρδιο δεσμό που με κρατάει δεμένο και να παίζουν μπουνιές μέσα σου οι πολλοί εαυτοί σου και να τσιμπιέσαι να δεις αν είσαι ζωντανός και να φωνάζεις τελικά: “Είμαι ζωντανός, θα σας γαμήσω κουφάλες”.

Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2011

One World One Revolution

 Αναδημοσίευση από "Μάλλον ακίνδυνος"

 

Η Αριστερά, το τέλος του κόσμου και ο Φόρεστ Γκαμπ



Προειδοποιώ. Το κείμενο που ακολουθεί δεν είναι πολιτικά ορθό.
Δεν είναι ευχάριστο, ούτε κομψό, ούτε ντελικάτο. Δεν τηρεί τους τύπους και τους κανόνες καλής συμπεριφοράς. Δεν είναι καν ψύχραιμο. Και δεν είναι ψύχραιμο, γιατί ανάμεσα σε τόσους τόνους ανοησίας και φυγοπονίας, η διατήρηση της ψυχραιμίας καταντά μία υπεράνθρωπη άσκηση. Επειδή λοιπόν η πέτρα δεν γυρνά πίσω, προτιμώ τη βία της γλώσσας που -στην χειρότερη περίπτωση- το μόνο θύμα της θα είναι μία πληγωμένη μικροαστική υπόληψη.


Το πρόσφατο εφεύρημα των δήθεν προοδευτικών και καραδήθεν μεταρρυθμιστών (ιδεολογικών σαλτιμπάγκων του πιο στυγνού νεοφιλελεύθερου μοντέλου, κι ας παριστάνουν τις σοσιαλδημοκρατίζουσες αθώες περιστερές), που χρησιμοποιείται σε κάθε δυνατή περίσταση, συνοψίζεται στη φράση "Η Αριστερά φταίει". Πρόκειται για την μοναδική απάντηση, όποια κι αν είναι η ερώτηση. Το μάννα της ιδεολογικής πενίας.  Το πολιτικό αντίστοιχο του "42" στο ύστατο ερωτημα για τη ζωή, το σύμπαν και τα πάντα. Για την ακρίβεια, πρόκειται για τη νέα μονάδα μέτρησης της ανθρώπινης βλακείας, σε ό,τι αφορά τον πολιτικό δείκτη ευφυίας.

Βλακεία Νο 1: Για την οικονομική κρίση φταίει η Αριστερά που έκανε πλάτες στους "μαζί τα φάγαμε"
Πρώτα απ' όλα, για την οικονομική κρίση δεν φταίει το "μαζί τα φάγαμε". Έως και ο κεντρικός τραπεζίτης που σου φύτεψαν στη θέση του πρωθυπουργού, το αποδέχεται δημόσια. Καιρός να ξυπνήσεις κι εσύ.
Ακόμη όμως κι αν ίσχυε η παγκάλειος ρήση, αυτή η βγαλμένη από το βόθρο του κοινωνικού αυτοματισμού, βρωμερή σκατούλα, μάντεψε: η Αριστερά ήταν πάντα εναντίον των "μαζιταφαγαμιστών". Στηλίτευσε κάθε καραγκιοζάκο που μάσαγε δημόσιο χρήμα, κάθε νοοτροπία επιτυχημένου εκσυγχρονιστή που συνοψίζεται στο τρίπτυχο τζιπ-κότερο-μπουζούκια, κάθε ανατολίτικη χλιδογκλαμουριά πλαστικού χρήματος-πλαστικής γκόμενας-πλαστικής μούρης, κάθε κομματικό καθικάκι που αποκαθιστούσε "χήρες και ορφανά" στο κρατικό μαγαζάκι του. Αν εσύ ήσουν γκάβακας ή τότε συμμετείχες ενεργά στο πανηγυράκι, δεν σου φταίει η Αριστερά. Καθρέφτη έχεις. Πρόσωπο επίσης. Τράβα και φτύστο. Και μετά, ζήτα μου τη διεύθυνση της πλησιέστερης εφορίας για να πας να δηλώσεις αυτά που εσύ έφαγες. Τίμια πράγματα. Σταράτα...

Βλακεία Νο 2: Για την άτακτη πτώχευση και την έξοδο από την ευρωζώνη θα φταίει η Αριστερά
Για την πιθανή άτακτη πτώχευση θα φταίει το κόμμα που ψήφισες. Αποκλειστικά και μονάχο του. Αν δεν γνωρίζεις την πολύ πρόσφατη παγκόσμια ιστορία άτακτων πτωχεύσεων, μη ζητάς τα ρέστα από την Αριστερά. Στα δύο χρόνια που έβγαινε από τη χώρα ζεστό χρήμα υπό μορφή καταθέσεων και επενδύσεων σε ακίνητα εξωτερικού, ακριβώς διότι οι πολιτικές πτώχευσης της κυβέρνησής σου το επέτρεπαν, εσύ ήσουν πολύ απασχολημένος με τον φασίστα φορτηγατζή και τον σατανιστή δημόσιο υπάλληλο.
Φταις όμως κι εσύ που ταύτισες το ευρώ με την Ευρώπη των λαών. Που συνεχίζεις να πιστεύεις ότι ο δρόμος προς την Ευρώπη, περνά μέσα από ένα τραπεζικό κονκλάβιο που συντηρεί μία ανάπηρη νομισματική ένωση ισχυρών και ηλιθίων. Πού αντιλαμβάνεσαι το νόμισμα, ως ευκολία για ψώνια στο Παρίσι και καφέ στη Ρώμη.

Βλακεία Νο 3: Για το ότι δεν εφαρμόζεται το Μνημόνιο φταίει η Αριστερά
Αρχικά, αγαπητέ ανόητε, το μνημόνιο εφαρμόζεται στα μέτρα του εφικτού για κάθε κυβέρνηση που θα ήθελε να το τηρήσει. Πάλι θα επικαλεστώ τον διορισμένο σου πρωθυπουργό, ο οποίος ομολόγησε στη βουλή ότι έχουμε να κάνουμε με "άστοχους υπολογισμούς" στην κατάρτιση του μνημονίου. Κι αυτό όμως βλακεία είναι. Μία τεράστια βλακεία, από εκείνες που έμαθες να καταπίνεις αμάσητες τα τελευταία δύο χρόνια.
Ούτε αστοχίες, ούτε "συγγνώμη, λάθος". Το μνημόνιο φτιάχτηκε ευθύς εξαρχής για να κερδηθεί χρόνος. Εκείνος ο χρόνος που απαιτείται για να σηκώσει ο μαφιόζος την μπάνκα και να την κάνει για μέρη εξωτικά κι ονειρεμένα. Το διάστημα που απαιτείται για να πειστείς ότι ο Βούλγαρος εργαζόμενος των 200 ευρώ, είναι μία κάποια λύσις στην επί μακρόν ανεργία σου και πως το ξεπούλημα των υποδομών, του δημόσιου πλούτου και των πρώτων υλών, θα σε σώσει από την κινεζοποίηση. Αύριο-μεθαύριο, όταν θα είσαι και πτωχευμένος και "κινέζος", να ξέρεις ότι θα φας και φάπα για την ανοησία σου.

Βλακεία Νο 4: Φταίνε οι κινητοποιήσεις της Αριστεράς που δεν δουλεύει τίποτε
Τι να λέμε εδώ; Αν η πραγματικότητα διαφωνεί μαζί σου, τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα. Φταίει η Αριστερά που -εξαιρουμένου του ΠΑΜΕ- δεν μπορεί να κινητοποιήσει παραπάνω από δύο τρεις χιλιάδες διαδηλωτές. Που πρέπει να περιμένει τη ΓΣΕΕ (βλ. ΠΑΣΟΚ) να κηρύξει απεργία. Που εξαντλείται σε επετειακές παρελάσεις και συμβολικές αφισοκολλήσεις. Πού είναι ικανή να πλακωθεί με τον εαυτό της αν οι κινητοποιήσεις λάβουν "επικίνδυνο" για το σύστημα χαρακτήρα.
Πρόκειται για το απαύγασμα της αντιδημοκρατικότητας, εκείνου που αντιλαμβάνεται την κοινωνία ως αγόμενη μάζα ψηφοφόρων και τίποτε περισσότερο. Ούτως ή άλλως, τηρουμένων των αναλογιών, η αντίδραση στην πιο βίαιη και αντιλαϊκή πολιτική από τον πόλεμο έως σήμερα, είναι κάτι λιγότερο από χλιαρή. Σχεδόν κρύα...

Βλακεία Νο 5: Για την ύπαρξη ακροδεξιών/εθνικιστών/χουντικών στην κυβέρνηση φταίει η Αριστερά...

Παραλλαγή 1: ...που τους έβαλε στη βουλή με τις υπερβολές της
Και βλακεία και ενδόμυχος ρατσισμός. Ο εκσυγχρονιστής/φιλελεύθερος/προοδευτικός, υπονοεί ότι η Αριστερά θα έπρεπε να κάνει κράτει στην αλληλεγγύη των μεταναστών. Να αποδεχτεί το ρόλο του Πακιστανού στα κάτεργα των φραουλοφυτειών της Ηλείας και ταυτόχρονα την εκτέλεση μεταναστών στα σύνορα, όταν δεν "χωράνε" άλλοι στα κάτεργα. Να μην αντιδράσει στον κρετινισμό των χρυσαυγιτών του Αγ. Παντελεήμονα, γιατι οι καημένοι οι κάτοικοι θα συρθούν στο νεοναζισμό από αντίδραση. Όχι από την πολιτική εκμετάλλευση των "εκσυγχρονιστών" ηγετών του. Α, πα, πα. Ο σοσιαλδημοκρατικός προοδευτισμός εξαντλείται σε πανεύκολες λεκτικές ακροβασίες εντός κλειστών αιθουσών. Ποιος νοιάζεται για τις φτωχές γειτονιές, το δρόμο και τα σύνορα; Θα τα καθαρίσουν οι μπάτσοι και οι λιμενικοί. Οι μαφιόζοι δεν λερώνουν ποτέ τα χέρια τους.
Έχουμε όμως να κάνουμε και με τη νομιμοποιητική ανοησία από τον κατά φαντασία αστικοδημοκράτη. "Το ΛαΟΣ είναι εκλεγμένο" (παρεμπιπτόντως, και γι' αυτό "η Αριστερά φταίει"). Η εκλογική διαδικασία, η Κολυμβήθρα του Σιλωάμ για εθνικιστές, ρατσιστές, νεοναζί, χουνταίους, βασιλικούς, στην μεγάλη σούπα του ακροδεξιού λαϊκισμού. Ο αστικοδημοκράτης των προσχημάτων και των "καλών τρόπων", τους αναβαπτίζει σε υπεύθυνους συνομιλητές, τους ορίζει συνεργάτες του και τους αγκαλιάζει στην κυβέρνηση. "Δημοκρατίαν έχομεν" στον ημιθανή εγκέφαλο του ως άνω άσχετου. Όχι αγαπητέ φίλε. Χουνταίους έχουμε, σε μία δοτή κυβέρνηση, που εσύ θεωρείς ότι μας αντιπροσωπεύει. Εσύ αποδέχτηκες τον Πλεύρη στα έδρανα ως ισότιμο συνομιλητή. Εσύ έμπασες τον Βορίδη στο υπουργικό γραφείο. Αποκλειστικά εσύ!

Παραλλαγή 2: ...που δεν συγκυβέρνησε πρώτη εκείνη
Με ποιον ρε κακομοίρη; Σε ποια βάση; Με ποιο πρόγραμμα και ποιον στόχο; Τολμάς να μου κάνεις μαθήματα αστικής δημοκρατίας, αλλά είσαι και άσχετος για τις βασικές προϋποθέσεις του πολιτεύματός σου. Δεν έχεις αρχές, αλλά ούτε καν ηθική. Γι' αυτό και κρύβεσαι πίσω από εύπεπτες αηδίες του τύπου "οι ιδεολογίες πέθαναν" για να κουκουλώσεις τη γύμνια των επιχειρημάτων σου και την ένδεια της πολιτικής σου αντίληψης. Όταν η ευλυγισία της σοσιαλδημοκρατίας σε κατάντησε ασπόνδυλο της πιο ακραίας μορφής νεοφιλελευθερισμού, έπρεπε να περιμένεις ότι το επόμενο βήμα θα ήταν να βρεθείς στην αγκαλιά φασιστών. Αυτό το πρόγραμμα, αυτές οι αρχές, αυτές οι προοπτικές, μόνο φασίστες θα μπορούσαν να συγκινήσουν. Μόνο από φασίστες θα μπρούσαν να υποστηριχτούν τυφλά. Ακόμη να μάθεις ιστορία καημένε...

Φόρεστ Γκαμπ με προχωρημένο καταρράκτη

Όπως βλέπεις, ο βλαξ στοιχειοθέτησε με τις παραπάνω μανιέρες ότι το ημερολόγιο των Μάγιας προμήνυε την έλευση της ελληνικής αριστεράς ως προϋπόθεση για να καταστραφεί ο κόσμος το 2012. Για την ελληνική οικονομική κρίση (αλλά και την ευρωπαϊκή, την παγκόσμια κρίση, ίσως και για το AIDS), φταίει η ημιπαράλυτη ημεδαπή Αριστερά.

  • Δεν φταίνε 37 χρόνια αστικού δικομματισμού για την παραγωγική κατάρρευση της χώρας
  • Δεν φταίνε 37 χρόνια αστικού δικομματισμού για την κατασκευή κομματικών στρατών σιτιζόμενων από βουλευτικά γραφεία
  • Δεν φταίνε 37 χρόνια αστικού δικομματισμού για την εκτόξευση του χρέους, την κατασπατάληση κονδυλίων, την φοροδιαφυγή, τις εξωφρενικές φοροαπαλλαγές και φοροασυλία
  • Δεν φταίνε 37 χρόνια αστικού δικομματισμού για την αδυναμία προσαρμογής στην ίδια την ΕΕ και την ευρωζώνη, τυφλά προπαγανδιζόμενα από αυτά τα ίδια τα αστικά κόμματα του δικομματισμού

Ακόμη κι αν αποδειχτεί ότι φταίνε όλα αυτά, ο ανόητος θα επιμείνει: «ναι, αλλά η Αριστερά τι έκανε;»

Τι να κάνει ρε βλάκα; Να σε σώσει από τον εαυτό σου; Από την στραβομάρα σου, τη λαμογιά σου, την κουτοπονηριά σου, τον βαθύ σου ύπνο, ή την ηλιθιότητά σου; Όταν σου φώναζε "πρόσεχε" σε ενοχλούσε, γατί ήταν είτε πολύ "ξύλινη", είτε πολύ "βαβουρτζίδικη", πολύ "μπασκλάς", πολύ "πασέ", πολύ "μπανάλ", πολύ κουραστική βρε αδερφέ και γκρινιάρα. Μα να μην σε αφήνει να απολαύσεις την παρέλαση καρπουζιών στην Ολυμπιάδα που σε έκανε περήφανο για την εθνική σου ντόπα; Να μη σε αφήνει να πας για ψώνια στο κέντρο, κλείνοντας δρόμους και πλατείες; Να μη σε αφήσει πατριώτη να πλακώσεις κι εσύ έναν Μπαγκλαντεσιανό με την ησυχία σου; Να θέλει σώνει και ντε να σου προκαλέσει τύψεις για το "γκάμπριο" (που ακόμη χρωστάς); Μα να θέλει να «σε κάνει Αλβανία, Κούβα και Βόρεια Κορέα» και να μη σε αφήνει με την ησυχία σου να γίνεις Βουλγαρία, Τουρκία και Γουατεμάλα; Μα και τώρα να σε κάνει να ντραπείς για τους τόσο "υπεύθυνους" φασίστες στην κυβέρνηση ενός φυτευτού υπαλλήλου τραπέζης;

Ακόμη όμως κι αν στριμωχτεί αφόρητα από την πραγματικότητα, ο ανόητος έχει πάντα την τελευταία λέξη: «Εντάξει. Έγιναν αυτά. Τώρα τι κάνουμε;»


Πρώτον, τώρα καλά να πάθεις ανόητε φανατικέ. Γιατί κατ' αρχήν δεν σου φταίει ούτε η "αριστερά", ούτε ο καπιταλισμός. Το πρόβλημά σου είναι η ανοησία σου.

Δεύτερον, δεν έχει τώρα, χωρίς το τι έφερε στο τώρα. Αν δεν ανακαλέσεις τη χρονική συνέχεια των δικών σου επιλογών και των πολιτικών των κυβερνήσεών σου, δεν δικαιούσαι να μιλάς για το τώρα. Γιατί το τώρα, διορθώνεται μόνο αν ακυρώσεις την πολιτική που συνεχίζεις να υποστηρίζεις τυφλά, κι ας σε έφερε σε αυτό το τώρα.

Όχι φίλε ανόητε. Δεν φταίει η "κακή εφαρμογή" της πολιτικής των αστικών κομμάτων. Αυτή ήταν η καλή πολιτική. Θαυμάσια για την ακρίβεια. Θαυμάσια γι' αυτούς που εξυπηρετούσε. Γι' αυτούς που εξυπηρετούσες κι εσύ με την ψήφο σου. Αυτή η εξαιρετική για το κεφάλαιο πολιτική, η οποία -τηρώντας πιστά τις αρχές της- όταν ζορίστηκε ο κεφαλαιούχος από την κρίση του, ήρθε σε σένα να ζητήσει τα ρέστα. Και όταν θα ορθοποδήσει, πάλι σε εκείνον θα δώσει το πλεόνασμα. Κι όταν ξαναζοριστεί, ξανά μανά από σένα θα ζητήσει τα ρέστα. Αλλά είπαμε. Ο εχθρός σου είναι η ανοησία σου. Ούτε ο καπιταλισμός, ούτε η "αριστερά".

Αν δεν καταπολεμήσεις τη βλακεία σου και κατά συνέπεια αν δεν πολεμήσεις το σύστημα που θα ζητά μονίμως από σένα τα ρέστα, άσε την "αριστερά" στην κοσμάρα της. Αυτή δεν θα σε σώσει, αν δεν θέλεις να σωθείς μόνος σου. Ούτως ή άλλως, ούτε τον εαυτό της δεν μπορεί να σώσει καλά καλά, γιατί η ανοησία -ευτυχώς για σένα- δεν έχει ταξικά χαρακτηριστικά. Μόνο ανθρώπινα.








Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2011

This Video Deleted Three Times From Facebook & Youtube

ΑΦΩΝΟ ΤΟ BBC ΑΠΟ ΛΟΓΟ ΚΑΤΑΠΕΛΤΗ-GOLDMAN SACHS RULES THE WORLD!

Aπαγορευμένο spot της Μπιενάλε (σκηνοθεσία Γιώργος Ζώης)

Η ηθική της εργασίας

 Αναδημοσίευση από eagainst.com


Η ηθική της εργασίας στο Χριστιανισμό

Ο Γερμανός φιλόσοφος Friedrich Nietzsche έλεγε ότι κάθε φορά που ερχόταν σε επαφή με κάποιον θρησκευόμενο άνθρωπο αισθάνονταν την ανάγκη να πλυθεί! Για τον Nietzsche ο Χριστιανισμός αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες ασθένειες της σύγχρονης κοινωνίας. Πληθώρα συγγραμμάτων του κυκλοφόρησαν, με οξύ και επιθετικό ύφος, χρησιμοποιώντας ευρέως αφορισμούς, που πολλές φορές αγγίζουν τα όρια του μηδενισμού. Όμως δεν ήταν και ο μόνος αντι-Χριστιανός. Παρομοίως, ο Max Stirner είχε επανειλημμένως κατακεραυνώσει την δουλική χριστιανική ηθική.

Στη σύγχρονη Δυτική καπιταλιστική κοινωνία ο Χριστιανισμός φαίνεται πως αποτελεί πια ένα ξεπερασμένο εργαλείο χειραγώγησης – γεγονός που σε κάποιο βαθμό επιβεβαιώνεται. Όμως, οι πληγές που άφησε πάνω στην ανθρωπότητα δεν έχουν ακόμη σβήσει. Κάποιες από αυτές που θα μας απασχολήσουν στο άρθρο αυτό είναι η απο-πολιτικοποίηση και η προσκόλληση στην ηθική της εργασίας – πρακτικές που συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους.

Για τον Κορνήλιο Καστοριάδη «κάθε κοινωνία θεσμίζει τον εαυτό της και συγχρόνως τη «νομιμοποίησή» του» («Η Ορθολογικότητα του καπιταλισμού», 14). Κάθε κοινωνία, δηλαδή, δημιουργεί τους δικούς της θεσμούς (κανόνες, τους νόμους, αξίες, γλώσσα, και ηθικούς κανόνες) που λειτουργούν με βάση μια κοινή κατανόηση για τη ζωή και το ρόλο του ανθρώπου μέσα στο σύμπαν. Οι θεσμοί αυτοί, δημιουργούν ένα πλέγμα εννοιών, ένα σύνολο αξιών που θεωρούνται ως κυρίαρχες (το φαντασιακό). Η σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία, θέτει ως φαντασιακό της την αέναη επέκταση της «ορθολογικής» κυριαρχίας με βάση την απεριόριστη διεύρυνση των παραγωγικών δυνάμεων και βασίζει την πρωτογενή αιτία της ύπαρξής της γύρω από την συσσώρευση και κατοχή κεφαλαίων. Αυτό συνεπάγεται και την ηθικοποίηση της εργασίας, η οποία, από την εποχή της Βιομηχανικής Επανάστασης και μετά, (εποχή ορόσημο στην ιστορία της καπιταλιστικής ανάπτυξης) αποτελεί κεντρικό πυρήνα κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας.

Για τον Max Weber, όμως, η ηθική της εργασίας προϋπήρχε της Βιομηχανικής Επανάστασης. Ο ίδιος βλέπει τις ρίζες της στον Προτεσταντισμό, τον Καλβινισμό αλλά και τους Πουριτανούς: «Όταν ο ασκητισμός» (των Πουριτανών) «εφαρμόστηκε έξω από μοναστικά κελιά, στην καθημερινή ζωή και άρχισε να κυριαρχεί στην κοσμική ηθική, συνέβαλε με τη σειρά του στο ρόλο της οικοδόμησης της σύγχρονης οικονομικής τάξης» (181). Έχοντας μάλιστα αποδείξει ότι οι περισσότεροι από αυτούς που βρίσκονται σε υψηλά αξιώματα στην καπιταλιστική πυραμίδα είναι προτεστάντες μας δίνει να καταλάβουμε ότι η προτεσταντική ηθική της εργασίας αποτελεί την πεμπτουσία του καπιταλισμού.

Η εργασία ως μόχθος

Η Hannah Arendt στο βιβλίο της “The Human Condition” (1969) διακρίνει τρεις θεμελιώδεις ανθρώπινες δραστηριότητες (vita activita) κάτω από τις οποίες «η ζωή έχει δοθεί στους ανθρώπους» (9). 1) Ο μόχθος ή δουλειά (labour), που έχει να κάνει με τη λειτουργία του ανθρώπινου σώματος και όλες τις διαδικασίες που είναι αναγκαίες για να διατηρηθεί στη ζωή ο άνθρωπος. 2) Η εργασία (work), μια αφύσικη διαδικασία η οποία «παρέχει ένα «”τεχνητό” κόσμο πραγμάτων που διαφέρουν σαφώς από το φυσικό περιβάλλον» (7), μια διαδικασία που διακρίνεται από μια αρχή και ένα τέλος και συμβάλει στη δημιουργία διαρκών τεχνουργημάτων, όπως ένα εργαλείο, ένα τραπέζι, ή ένα κτίριο, αντικείμενα για συνεχόμενη χρήση. 3) Η Δράση (action): Πρόκειται για τη «μόνη δραστηριότητα που επιτελείται άμεσα μεταξύ ανθρώπων χωρίς να μεσολαβούν τα πράγματα ή η ύλη, αντιστοιχεί στον ανθρώπινο όρο του πλήθους, στο γεγονός πως οι άνθρωποι και όχι ο Άνθρωπος, ζούνε πάνω στην γη και κατοικούνε τον κόσμο. Μολονότι όλες οι πλευρές της ανθρώπινης κατάστασης συνδέονται κατά κάποιον τρόπο με την πολιτική, το πλήθος είναι η κατ’ εξοχήν προϋπόθεση κάθε πολιτικής ζωής» (7).

Κάθε διαδικασία που αποσκοπεί στην κατανάλωση και μόνο, ενός αντικειμένου, κατατάσσεται στην κατηγορία της δουλειάς ή του μόχθου. Διότι το αντικείμενο αυτό είναι αναγκαίο να καταναλωθεί προκειμένου να εξασφαλισθούν οι απαραίτητες σωματικές λειτουργίες για να κρατήσουν στη ζωή έναν άνθρωπο. Ως εργασία θεωρούμε την κατασκευή ή μη φυσική (τεχνητή) παραγωγή ενός αντικειμένου που θα χρησιμοποιηθεί περισσότερες από μία φορά και, επίσης, μακροπρόθεσμα. Αντίθετα, ως δράση θα χαρακτηρίζαμε την κατάσταση στην οποία κυριαρχεί ο λόγος, κοινώς την πολιτική. Υπάρχει, όμως, πιθανότητα κάποιες από τις προαναφερόμενες καταστάσεις να ταυτίζονται. Για παράδειγμα, η κατασκευή ενός ενδύματος για κάποιον μπορεί να είναι αναγκαία, καθώς μέσω αυτής της παραγωγής αμείβεται κι έτσι εξασφαλίζει στον εαυτό του όλα τα εφόδια για να επιβιώσει μέσα σε μια κοινωνία ανταγωνισμού. Έτσι, ένας εργάτης που απασχολείται σε μια φάμπρικα κατασκευής παπουτσιών ταυτόχρονα συμβάλλει στη δημιουργία τεχνητών πραγμάτων (εργασία), ενώ μέσω αυτής της διαδικασίας εξασφαλίζει τα προς το ζην (δουλειά/μοχθος). Ως εκ τούτου, στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία η έννοια της εργασίας συνδέεται και ταυτίζεται με την κατάσταση του μόχθου αφού τις περισσότερες φορές που κάποιος παράγει έργο, το κάνει είτε για να επιβιώσει, είτε για να διεκδικήσει κάποια υψηλότερη θέση, στο πλαίσιο του καπιταλιστικού φαντασιακού. Κάτω από αυτή την λογική, η υπεράσπιση της ηθικής της εργασίας είναι ταυτόσημη με την υπεράσπιση της ανελευθερίας.

Ρεπουμπλικάνοι εξτρεμιστές στις Η.Π.Α με το σύνθημα «Μή μοιράζεσαι τον πλούτο μου. Μοιράσου την εργατική μου ηθική»

Η εργασία, ως μια μορφή προ-πολιτικής βίας

Στη δεύτερη ενότητα του ίδιου βιβλίου, η Arendt, αντλώντας παραδείγματα από την αρχαία Αθηναϊκή πολιτεία, εντοπίζει δύο σφαίρες: την ιδιωτική και τη δημόσια. Η πρώτη αφορά κυρίως το μέρος όπου μπορεί κανείς να αισθάνεται προστατευμένος από τον έξω κόσμο, ενώ η δεύτερη – η πόλις – αντανακλά τη σφαίρα της πολιτικής ζωής, «τη μόνη σφαίρα, όπου οι άνθρωποι μπορούν να γίνουν πραγματικά ελεύθεροι» (Arendt, “On Revolution” 114 ). Στην αρχαία Αθήνα, η σφαίρα αυτή αποτελούνταν από το σώμα των κυρίαρχων πολιτών, οι οποίοι είχαν τη δυνατότητα να συμμετάσχουν στην διαδικασία λήψης αποφάσεων, ισόνομα. Η ιδιωτική σφαίρα περιλάμβανε τη ζωή του νοικοκυριού, που αποτελούσε «το κέντρο της πιο αυστηρής ανισότητας» (Arendt, «The Human Condition” 32) όπου κυριαρχούσε η προ-πολιτική βία. «Στην ελληνική αυτογνωσία, ο εξαναγκασμός των ανθρώπων μέσω της βίας, μέσω εντολών και όχι με βάση την πειθώ, αποτελούσε προ-πολιτικό τρόπο συναναστροφών» (Arendt, “The Human Condition” 27). Οι προ-πολιτικές σχέσεις (βία) ήταν το κύριο στοιχείο της ζωής έξω από την πολιτεία, ιδιαίτερα στη ζωή των νοικοκυριών, όπου ο οικονομών (η κεφαλή της οικογένειας) χρησιμοποιούσε δεσποτικά μέσα διακυβέρνησης, παρόμοια με αυτά που χαρακτήριζαν τις ασιατικές κοινωνίες. Ένα από τα πιο αξιοσημείωτα χαρακτηριστικά της ζωής των νοικοκυριών ήταν η ύπαρξη των δούλων, δηλαδή ανθρώπων που επειδή δεν θεωρήθηκαν πολιτικά όντα, ήταν αναγκασμένοι ν’ απασχολούνται μόνο με τις ανάγκες της επιβίωσης, τόσο της δικής τους όσο και των αφεντικών τους (κατάσταση μόχθου, ή δουλειάς, που σήμερα, όπως είδαμε παραπάνω, σήμερα, ταυτίζεται με την εργασία).

Το τέλος της Αθηναϊκής πολιτείας και η κατάκτησή της από τους Ρωμαίους, είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση μιας τρίτης σφαίρας, της κοινωνικής (η λέξη societa [κοινωνία] δεν συμπεριλαμβανόταν στο λεξιλόγιο των αρχαίων Αθηναίων), που, στην ουσία, αναμειγνύει στοιχεία της πολιτείας (την τέχνη της πολιτικής) με τη ζωή στα νοικοκυριά (προ-πολιτικές σχέσεις, μόχθο). Προφανώς η σύγχυση αυτή προέρχεται από τη διαστρέβλωση του Αριστοτελικού όρου «πολιτικό ζώο» σε «ζώο κοινωνικό» με τεράστιες συνέπειες μέχρι και σήμερα: η κοινωνία της μάζας αναδύεται, η κοινωνία όπου η ατομικότητα χάνεται μέσα στην μανία του ατομικισμού αλλά και της απροσωπίας, ένας κόσμος στείρος που δεν γεννά τίποτα, που δεν δημιουργεί, αλλά μόνο εκτελεί εντολές που εξυπηρετούν ένα ζωτικό ψεύδος. Άλλωστε, οι Ρωμαϊκές κοινωνίες, ιδιαίτερα πριν έρθουν σε επαφή με τον Αθηναϊκό πολιτισμό, δεν διέφεραν και πολύ από τις μοναρχικές ασιατικές, όπου οι πολίτες ως δούλοι, αναγκάζονταν να ασχολούνται μόνο με τις αναγκαιότητες της επιβίωσης, την εργασία (homo laborans) – πράγμα που ισχύει σε μεγάλο βαθμό και στην σύγχρονη κοινωνία.

Για την Arendt, αντίθετα με τον Weber και άλλους μοντέρνους διανοητές, η ηθικοποίηση της εργασίας δεν προέρχεται από τον Χριστιανισμό. Η ίδια λέει ότι για τον Χριστιανισμό «δεν είναι καθόλου αναγκαίο να κερδίζουν όλοι οι άνθρωποι την τροφή τους με τον ιδρώτα τους» ( “The Human Condition” 317) εφόσον δεν ζουν εκμεταλλευόμενοι τους κόπους των άλλων και πως «η χρησιμοποίηση της εργασίας ως μέσο για να αποτραπούν οι κίνδυνοι της αργίας δεν αποτελεί πρόσφατη Χριστιανική ανακάλυψη αλλά ήδη αποτελούσε μια κοινή ηθική για τους Ρωμαίους». Περαιτέρω, υποστηρίζει πως ο λόγος που ο Χριστιανισμός δεν ανέπτυξε κάποια θετική φιλοσοφία πάνω στην εργασία οφείλεται στο ότι τα κηρύγματα του Ιησού βασίζονται κυρίως στην αγάπη προς τους άλλους και τον δημιουργό θεό.

Ιστορικά, ο χριστιανισμός πριν τον καπιταλισμό εκτός από την ελεημοσύνη, εγκωμίασε την ίδια την ανέχεια και την απόλυτη αποξένωση του ανθρώπου από τις υλικές ανέσεις, εμφυσώντας στους θεοσεβούμενους (στην πραγματικότητα: θεοφοβούμενους) και αμόρφωτους πληθυσμούς την αντίληψη ότι η ένδεια είναι προϋπόθεση της αγιοσύνης, της ομοίωσης με τον θεό και ότι η οικειοθελής παραχώρηση της ζωτικότητας μέσω της δουλειάς αποτελεί αρετή. Όσο, λοιπόν, και αν κάποιος σύγχρονου τύπου εργατίστικος ηθικισμός (καριερισμός και ανάδειξη ενός προσώπου διαμέσου της ατομικής εργασίας) απουσιάζει από αυτόν, η αντίληψη και μόνο ότι οι άνθρωποι θα πρέπει να προσεύχονται και να αποφεύγουν τις επτά θανάσιμες αμαρτίες (μεταξύ των οποίων και η οκνηρία), σε κάθε περίπτωση αποτελεί θεμέλιο λίθο για την ανάπτυξη δουλικών αντιλήψεων.

Στην πραγματικότητα, η ηθικοποίηση της εργασίας αποτελεί χαρακτηριστικό πολλών προ-Χριστιανικών δεσποτικών κοινωνιών που χαρακτηρίζονταν για τις ιδιαίτερα αυταρχικές και αυστηρά ιεραρχικές τους δομές. Ορθά, λοιπόν, η Arendt ισχυρίζεται ότι ο Χριστιανισμός δεν βασίζεται σε κάποια εργατιστική ηθική, αλλά θα δούμε παρακάτω πως με τον δικό του τρόπο συμβάλλει στη διαμόρφωση μιας υπεραπλουστευτικής νοοτροπίας η οποία οδηγεί στην εδραίωση ενός χυδαίου εθελοδουλισμού. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης αναφερόμενος στον Μαρξ, στη «Φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας» (1981) έλεγε ότι «η σημασία μιας θεωρίας δεν μπορεί να κατανοηθεί ανεξάρτητα από την ιστορική και κοινωνική της πρακτική στην οποία αντιστοιχεί, στην οποία προεκτείνεται ή της οποίας εξυπηρετεί τη συγκάλυψη» (20). Έτσι λοιπόν, το ότι αναπτύχθηκαν ακραίες εργατιστικές τάσεις εντός των διαφόρων Χριστιανικών δογμάτων (και, κυρίως, το ότι τα πιο ακραία Χριστιανικά δόγματα και αιρέσεις, όπως αυτό των Πουριτανών, εξυμνούν την εργασία) δεν αποτελεί ένα γεγονός που θα μπορούσε κανείς να το δει μεμονωμένα, αγνοώντας τις βασικές κοσμοθεωρητικές αντιλήψεις της θρησκείας αυτής. Στο ίδιο της βιβλίο, “The Human Condition” η Arendt βλέπει στο Χριστιανισμό μια προσπάθεια απο-πολιτικοποίησης και εγκλεισμού του ατόμου στην ιδιωτική του σφαίρα. Έτσι, απομονωμένο το άτομο από τα κοινά, δίχως δικαίωμα συμμετοχής σε αποφάσεις που καθορίζουν τη ζωή του, είναι αναγκασμένο να ασχολείται μόνο με την εργασία και την παραγωγή (κατάσταση δουλείας). Η «Χριστιανική ηθική, όπως διακρίνεται από τις θεμελιώδης θρησκευτικές της αντιλήψεις, πάντοτε επέμενε ότι ο κάθε άνθρωπος θα πρέπει να απασχολείται με τα δικά του μόνο προβλήματα και ότι η πολιτική ευθύνη αποτελεί πρώτα απ’ όλα ένα ζήτημα που θα πρέπει να εξυπηρετεί αποκλειστικά την ευημερία και τη σωτηρία αυτών που ανησυχούν για τις δημόσιες υποθέσεις» (Arendt, The Human Condition, 60).

Όπως στην αθηναϊκή πολιτεία αυτοί που ήταν αποκλεισμένοι από τα πολιτικά θεωρούνταν μη ελεύθεροι άνθρωποι, έτσι και σε κάθε ιστορική εποχή (όπως είναι και η ιστορική περίοδος της επικράτησης του Χριστιανισμού στην Ευρώπη), η εξαίρεση ενός ατόμου από την πολιτική διαδικασία λήψης αποφάσεων και ο εγκλωβισμός του στην ιδιωτική το μεταβιβάζει στη σφαίρα της ανελευθερίας. Η κοσμοθεωρία του Χριστιανισμού αναπαράγει και διαιωνίζει προ-πολιτικές αντιλήψεις και, παρά την αντι-ατομικιστική και αλτρουιστική του προβιά, μας περιορίζει σε μια σπεκουλαριστική ατομοκεντρική κατάσταση. Ο Καλβινιστής και ο Πουριτανός είναι υποχρεωμένος να «επικοινωνεί» με το Θεό μέσα σε βαθιά πνευματική απομόνωση καθώς πιστεύει ότι η βασιλεία των ουρανών μπορεί να κερδηθεί μόνο μέσω της ατομικής πίστης και άσκησης. Ο Χριστιανός είναι υποχρεωμένος να «αγαπά αλλήλους» με σκοπό και το προσωπικό του συμφέρον, τη σωτηρία της δ ι κ ή ς του ψυχής πρώτα απ’ όλα → ωφελιμισμός, ένα στοιχείο που συναντά κανείς στο φαντασιακό του καπιταλισμού, που αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό του[1].

Από την αναγέννηση και το διαφωτισμό στο σήμερα

Η Hannah Arendt, θεωρεί τον Thomas Hobbes ως επίσημο φιλόσοφο της μπουρζουαζίας (λόγω της προ-πολιτικής ή μάλλον και αντι-πολιτικής του θεωρίας) ασχέτως και αν οι αστοί ποτέ δεν παραδέχτηκαν ότι ο Hobbes αντιπροσώπευε την τάξη τους. Ο Hobbes, λέει η Arendt (The Origins of Totalitarianism, σ.146), «συνειδητοποίησε ότι η απόκτηση του πλούτου έχει σχεδιαστεί ως μια ατέρμονη διαδικασία που μπορούσε να διασφαλιστεί μόνο μέσω της κατάληψης της πολιτικής εξουσίας [...] Προέβλεψε ότι μια κοινωνία που έχει μπει στο δρόμο της ατέρμονης κατάκτησης, έπρεπε να εφεύρει μια δυναμική πολιτική οργάνωση ικανή για μια αντίστοιχα ατέρμονη διαδικασία παραγωγής ισχύος». Παρά του ότι ο Hobbes δεν ήταν ποτέ δεμένος με το Χριστιανισμό, αλλά γνωστός για τις αντικληρικαλιστικές του θέσεις, (μάλιστα, αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Αγγλία το 1651 με σκοπό να μην υποχρεωθεί να μεταστραφεί στον καθολικισμό, από το Παρίσι όπου βρισκόταν) οι θεωρίες του είναι βαθιά επηρεασμένες από τον Λουθηρανισμό και συνεπώς από τον Προτενσταντικό εργατισμό. Σε γενικές γραμμές, στον «Λεβιάθαν» υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος στη φυσική του κατάσταση είναι ένα ον που απλά προσπαθεί να επιζήσει καταστρέφοντας ο,τιδήποτε, ένα εγωιστικό και φιλήδονο πλάσμα, «μοναχικό, μοχθηρό, άθλιο, κτηνώδης και σύντομο» (Hobbes, 99), που διακατέχεται από ένα θεμελιώδες πάθος για την εξουσία. «’Οταν οι άνθρωποι ζουν χωρίς μια κοινή δύναμη να τους καθυποτάξει, εισέρχονται σε μια κατάσταση η οποία ονομάζεται πόλεμος. Πρόκειται για τον πόλεμο όλων ενάντια σε όλους» (Hobbes, 96)[2]. Εδώ, γίνεται ξεκάθαρο ότι για τον Hobbes η φυσική κατάσταση του ανθρώπου ισοδυναμεί με την καταστροφή, που σημαίνει ότι ο άνθρωπος είναι αδύνατο να αυτο-κυβερνηθεί. «Ο Χομπς υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση ατρόμητος, και έχει πρόθεση μόνο να επιτίθεται και να πολεμά» (Rousseau, 165). Για τον Hobbes ο άνθρωπος θα πρέπει να ασχολείται μόνο με τα προσωπικά/ιδιωτικά του οφέλη, τις τιμές και την εργασία και όχι με τα δημόσια και τα κοινά. Η οποιαδήποτε διαμόρφωση πολιτικών οργάνων θα είχε ως αποτέλεσμα την κοινωνική διαφθορά που (για τον ίδιο) νομοτελειακά οδηγεί σε πόλεμο. Έτσι, ως μοναδική λύση, ο Hobbes υποστηρίζει την ανάγκη για ένα κοινωνικό συμβόλαιο, ένα είδος συμφωνίας μεταξύ των ατόμων και μιας ισχυρής κεντρικής κυβέρνησης, η οποία θα ελέγχει την εκτελεστική και νομοθετική εξουσία για χάρη της κοινωνικής ειρήνης και του ταξικού συμβιβασμού, ενώ πολλές φορές θα καταφεύγει στη χρήση μεθόδων εξαναγκασμού και καταστολής.

Μετά τον Hobbes, τη σκυτάλη στην ιστορία της πολιτικής θεωρίας παίρνει ο John Locke, ο οποίος με εντονότερα θρησκευτικό χαρακτήρα θα «επιτεθεί» τόσο στον αμπσολουτισμό του Hobbes όσο και στις αντιδραστικές θεωρίες του sir Robert Filmer. Ο δεύτερος, στο βιβλίο του “Patriarcha” θα δικαιολογήσει τη μοναρχία λέγοντας πως όπως ο βασιλιάς έχει δικαίωμα από το θεό να είναι η κεφαλή του κράτους, έτσι και ο πατέρας έχει το δικαίωμα να αποτελεί την κεφαλή του οίκου (κάτι σαν τον οικονομούντα). Ο Locke λέγοντας πως κάθε άνθρωπος γεννιέται ελεύθερος κατάφερε να εναντιωθεί στον συντηρητισμό των Άγγλων φιλοσόφων θεωρώντας ότι οι πολίτες θα πρέπει να έχουν τον έλεγχο του Κυρίαρχου και όχι το αντίθετο (όπως ισχυριζόταν ο Hobbes), όμως η οντολογική του προσέγγιση δεν ξεφεύγει από την θεολογία και τον εμπειρισμό, και συνεπώς, από την υιοθέτηση προ-πολιτικών αρχών. Θεωρούσε την ιδιοκτησία ως δικαίωμα λέγοντας πως το σώμα του ανθρώπου αποτελεί δώρο του θεού, και συνεπώς, ο,τιδήποτε κατασκευάζει κάποιος άνθρωπος χρησιμοποιώντας το σώμα του θα πρέπει να θεωρείται εξίσου κομμάτι του εαυτού του (ή επέκταση του εαυτού του).

Από τον 17ο αιώνα και μετά, στις χώρες όπου επικρατεί ο προτεσταντισμός η κατάσταση χειροτερεύει σε ότι αφορά τις πολιτικές και κοινωνικές ελευθερίες. Στη Βρετανία θεσπίζονται νόμοι που αφορούν ειδικά τους φτωχούς και ρυθμίζουν τα σχετικά θέματα με αστυνομικές διατάξεις. Η έννοια της φτώχειας ταυτίζεται πλέον με την οκνηρία, την αλητεία και τον δημόσιο κίνδυνο. Ο προκαπιταλιστικός πένης, ο εν δυνάμει άγιος, υποβιβάζεται πλέον σε κολασμένο και απόβρασμα. Έτσι, οι εξαθλιωμένοι εγκλείονται σε ειδικούς χώρους πειθαρχικής διαβίωσης και εργασίας απ’ όπου και διαμορφώνονται τα πρώτα ψήγματα την “εργατικής τάξης”. Η ελεημοσύνη αφαιρείται από την δικαιοδοσία της εκκλησίας και των ενοριών και όλες οι σχετικές με τους φτωχούς αρμοδιότητες ανατίθενται στην “Αστυνομία των φτωχών”, ένα ειδικό σώμα με κύρια αποστολή την επιτήρησή τους και την διασφάλιση της απομόνωσής τους από την υπόλοιπη κοινωνία.

Οι ιδέες του φιλελεύθερου (αλλά για την εποχή του ιδιαίτερα ριζοσπαστικού) John Locke δίνουν τις πρώτες βάσεις για την αξία της εργασίας. Ακολουθεί ο πατέρας της οικονομικής επιστήμης, Adam Smith, ο οποίος προβληματισμένος εξίσου με την φυσική κατάσταση του ανθρώπου λέει πως ο ιδιοτελής άνθρωπος μπορεί να κυβερνηθεί «δημοκρατικά», χάριν των νόμων της αγοράς. Έτσι γεννιέται ο homo economicus, ο οποίος καταργεί τον homo sapiens. Από τον Smith θα επηρεαστεί και ο Marx ο οποίος στη θέση της ατομικής ιδιοτέλειας τοποθετεί την συλλογική-ταξική, δηλώνοντας πως το κάθε τι έχει να κάνει με την εργασία και ότι ο άνθρωπος απελευθερώνεται, μεταμορφώνεται, μεταμορφώνοντας τον κόσμο, μέσα από την ελεύθερη από ταξικούς περιορισμούς εργασία.

Αντι-παραγωγή, ένα πρόταγμα για δημιουργική εργασία.

Είδαμε παραπάνω, ότι στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία, ταυτίζεται η έννοια της εργασίας με αυτήν του μόχθου. Η υπεράσπισή της, όμως – όσο παράλογο και αν ακούγεται – αποτελεί σήμερα μια μορφή νέας θρησκείας στις περισσότερες δυτικές χώρες, με τους Νεοφιλελεύθερους ιεροκήρυκες να χυδαιολογούν συνεχώς προς οποιονδήποτε δεν ασπάζεται το δόγμα τους, προσάπτοντάς του τα γνωστά στερεότυπα: «τεμπέλης» ή «ανεύθυνος». Ο Καστοριάδης στο βιβλίο του Θρυμματισμένος κόσμος, είχε πει:

Η κεντρικότητα της παράγωγης είναι δημιούργημα του καπιταλισμού· αυτό το φαντασιακό που δημιουργεί ο καπιταλισμός, η ιδέα ότι ήρθαμε στον κόσμο για να παράγουμε πράγματα, είναι τερατώδες. Να παράγουμε και όχι να δημιουργούμε,να κάνουμε ποιήματα, να ζωγραφίζουμε, να κάνουμε τρέλες κτλ. Αλλά επί οκτώ ώρες την ημέρα να συγκεντρώνουμε όλη μας την προσοχή και τις δυνάμεις στη συναρμολόγηση βιδών και κομματιών ώστε να βγαίνουν από αυτή τη δραστηριότητα πράγματα… Αυτό είναι η φαντασιακή σημασία του καπιταλισμού, η οποία πραγματοποιήθηκε σταδιακά και την οποία συμμεριζόταν πλήρως ο Μαρξ προεκτείνοντας την άκριτα στο σύνολο της ανθρωπινής ιστορίας.

Κι ενώ θα περίμενε κανείς ότι με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, οι εργατοώρες στο Δυτικό κόσμο θα μειώνονταν προς όφελος όλων, και ότι οι κυβερνήσεις θα παρότρυναν τους πολίτες κάθε χώρας να επενδύσουν στην εκπαίδευση, στις επιστήμες και τις τέχνες, κάνουν τα αδύνατα δυνατά προκειμένου να μας πείσουν ότι θα πρέπει να εργαζόμαστε περισσότερο, σκληρότερα και με χαμηλότερες αμοιβές.

Για πρώτη φορά εδώ και χιλιετίες, η «πρωτογενής» και «δευτερογενής» παραγωγή – γεωργία, μεταλλεία και μανουφακτούρα, μεταφορές – απορροφά λιγότερο από το τέταρτο του συνολικού input εργασίας (και του απασχολουμένου πληθυσμού) και θα μπορούσε μάλιστα να χρησιμοποιεί μόνο το ήμισυ αυτού του τετάρτου, αν δεν υπήρχε η απίστευτη σπατάλη που ενσωματούται στο σύστημα [...] Θα μπορούσε μάλιστα να απορροφά ένα αμελητέο μόνο ποσοστό του ανθρώπινου χρόνου, χωρίς τη συνεχιζόμενη κατασκευή νέων «αναγκών» και την παλαίωση που ενσωματούται εκ κατασκευής στα περισσότερα των σημερινών προϊόντων. Κοντολογίς, μια κοινωνία ελεύθερου χρόνου είναι θεωρητικά δίπλα μας – τη στιγμή που μια κοινωνία που να καθιστά δυνατή για τον καθένα μια εργασία προσωπική και δημιουργική φαίνεται τόσο απομακρυσμένη όσο και στον 10ο αιώνα (12-13)

Για εργασία προσωπική και δημιουργική, λοιπόν, κάνει λόγο ο Καστοριάδης. Πώς όμως κάτι τέτοιο θα μπορούσε να είναι εφικτό; Με βάση την προσέγγιση της Arendt (vita activita) θα μπορούσε η εργασία να ταυτιστεί με τη δράση. Για παράδειγμα, στην περίπτωση που κάποιος επιθυμεί να συγγράψει ένα βιβλίο, να αφοσιωθεί σε κάποια τέχνη, το αποτέλεσμα της εργασίας του (παραγωγή διαρκών τεχνουργημάτων) δεν εμπίπτει στη σφαίρα της αναγκαιότητας (μόχθος) -δεν το κάνει δηλαδή με σκοπό την επιβίωση – αλλά, απεναντίας, αντανακλά έναν κόσμο βαθύτερων συναισθημάτων και σκέψεων, εκλαμβάνεται ως αντικείμενο ανθρώπινης επικοινωνίας και επαφής και εισέρχεται στην σφαίρα της δημιουργίας. Ως εκ τούτου, σαν αντιπρόταση στη σύγχρονη βαρβαρότητα της ηθικής της εργασίας θέτουμε την ηθική της δημιουργίας και αντιπαλεύουμε το Νεοφιλελεύθερισμό με το να υπενθυμίζουμε ότι η ενασχόληση ενός ανθρώπου μόνο με την αναγκαιότητα της επιβίωσης δεν απέχει και πολύ από την κατάσταση της δουλείας. Στην τελική, ίσως είναι προτιμότερο κανείς να είναι τεμπέλης παρά δούλος. Είναι όμως σίγουρα προτιμότερο καί από τα δύο, να είναι δημιουργός.

Ο Δυτικός άνθρωπος, όμως, δείχνει να βρίσκεται όμηρος μιας τελματωμένης πραγματικότητας. Αισθάνεται όχι μόνο πως δεν μπορεί να ξεφύγει αλλά τρέμει μπροστά στον φόβο της αλλαγής. Αντιλαμβάνεται πως οι ηθικοί κανόνες που ακολουθεί τυφλά, δεν οδηγούν πουθενά είτε παραμένει εγκλωβισμένος στην εθελοδουλία της εργασίας, βυθίζοντας τον εαυτό του στην πλάνη της υπερκατανάλωσης που του παρέχει τη δυνατότητα να εξαγοράσει τη χαμένη του ελευθερία με το να καταναλώνει διαφόρων ειδών σκουπιδοπροϊόντα. Νοιώθει αδύναμος να αντισταθεί και όντας εγκλωβισμένος στην ιδιωτική του σφαίρα και τον δίχως όρια ατομικισμό, επιλέγει να συμβιβαστεί με την πραγματικότητα είτε βυθίζοντας τον εαυτό του στην απάθεια, είτε με το να αποδέχεται τα ψέματα δημαγωγών πολιτικάντηδων που ωστόσο ακούγονται ευχάριστα στ΄αυτιά του, φτάνοντας μέχρι και στο σημείο να αποδοκιμάζει οποιαδήποτε προσπάθεια ρήξης με τους υπάρχοντες χρεοκοπημένους θεσμούς. Αν, τελικά, υπάρχει κάτι που τον κάνει ν’ απέχει από μια κοινωνία αυτονομίας δεν είναι άλλο παρά ο εαυτός του. Η άμεση δημοκρατία δεν μπορεί να εφαρμοστεί αν δεν την απαιτήσει ο ίδιος μαζί με τους συμπολίτες του. Όσο προτεραιότητες στη ζωή του θα έχουν τα ψώνια του Σαββατοκύριακου και το θέαμα, τόσο η άμεση δημοκρατία θα απέχει από την πραγμάτωσή της. Όσο, τέλος, θα είναι πρόθυμος να θυσιάζει τη δημιουργικότητά του στο βωμό του κέρδους, για λίγες σταγόνες επίπλαστης ευτυχίας, ανίκανος να απομακρύνει από το μυαλό του μύθους και αξίες που έχουν ριζώσει βαθιά στο φαντασιακό του Δυτικού πολιτισμού, τόσο η αυτονομία θα φαντάζει μια απόμακρη και ουτοπική πολιτεία. Κι όμως, δεν έχει να κάνει τίποτα περισσότερο από το να την απαιτήσει.



[1] Εν ολίγοις, τόσο Χριστιανισμός όσο και ο Νεοφιλελευθερισμός, παρά τις εκ διαμέτρου αντίθετες φαντασιακές τους σημασίες, διακατέχονται μια έντονη ατομοκεντρικότητα: το άτομο να κλείνεται ερμητικά στον εαυτό του, είτε για να κερδίσει τη «βασιλεία των ουρανών», είτε για να προσδώσει κύρος και αναγνωρισημότητα στον εαυτό του μέσω του πλουτισμού.

Στην ουσία, ο Νεοφιλελευθερισμός (με «Ν» κεφαλαίο μιλώντας πάντα για τον οικονομικό Νεοφιλελευθερισμό ως δόγμα, βλ. Washington concensus) αλλά και ο πολιτικός νεο-φιλελευθερισμός, δηλαδή η παγκόσμια διακυβέρνηση: Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Παγκόσμια Τράπεζα, G20, Amnesty International, Καθολική Εκκλησία (να μην συγχέεται με διαφόρων ειδών θεωρίες συνωμοσίας) αποτελούν κομμάτια της παράδοσής μας: Ο πρώτος ενσωματώνει όλα τα προ-πολιτικά χαρακτηριστικά του homo economicus, αποτελεί, δηλαδή μια ευρεία αντανάκλαση της ιδιωτικής σφαίρας. Παρομοίως, προ-πολιτικές προσεγγίσεις, αλλά κάτω από έναν μεταφυσικό και δήθεν αλτρουιστικό μανδύα, υπάρχουν και στον Χριστιανισμό (όπως είδαμε και παραπάνω) ενώ ο νεο-φιλελευθερισμός, αποτελεί την κύρια έκφραση του ανθρώπου ως κοινωνικό ζώο. Τέλος το πρόταγμα που βασίζεται στη θεώρηση του ανθρώπου ως ον πολιτικό είναι η ατομική και συλλογική αυτονομία.